ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ
Καί ὅτι πρέπει νά καταφρονοῦμε τά παρόντα
Βλέπετε
ὅτι καί γι᾿ αὐτήν βεβαιώνει ὅτι θά γίνη τέτοια, ὅπως τήν θέλει ὁ Θεός, καί ὅτι
θά προσκυνῆ τόν ῞Υψιστο Πατέρα, ὄχι τοπικῶς ἀλλά εὐαγγελικῶς, (διότι πρός αὐτήν
ἀπευθύνεται ὁ λόγος ὅτι οὔτε στό ὄρος τοῦτο οὔτε στά ᾿Ιεροσόλυμα θά προσκυνῆτε
τόν Πατέρα), συγχρόνως δέ προαναγγέλλει σ᾿ αὐτήν φανερά καί τήν μετάθεσι τοῦ νόμου;
Διότι, ἀφοῦ θά μετατεθῆ ἡ προσκύνησις, ἀναγκαίως θά γίνη μετάθεσις καί τοῦ νόμου.
᾿Αλλά
καί τό ἐνδιάμεσο κείμενο “σεῖς προσκυνεῖτε ὅ,τι δέν γνωρίζετε, ἐμεῖς προσκυνοῦμε,
ὅ,τι γνωρίζομε, ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους”, εἶναι ἀπόκρισις πρός
τόν λόγο ἐκείνης, ἀλλά συγχρόνως ἀποτελεῖ συνέπεια τῶν λόγων του. Διότι λέγει ὅτι
κατά τοῦτο ἐμεῖς οἱ ᾿Ιουδαῖοι (διότι τοποθετεῖ καί τόν ἑαυτό του μ᾿ ἐκείνους, ἀφοῦ
κατά σάρκα εἶναι ἀπό ἐκείνους). Ἐμεῖς λοιπόν, λέγει, πού δέν διαψεύδομε τό ὄνομα,
ἀλλά γνωρίζομε τά ἰδικά μας, κατά τοῦτο διαφέρομε στήν προσκύνησι ἀπό σᾶς τούς
Σαμαρεῖτες, ὅτι γνωρίζομε πώς ὁρίζεται
νά τελῆται στήν ᾿Ιουδαία ἡ προσκύνησις
γιά τόν λόγο ὅτι ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους θά προέλθη ἡ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου,
δηλαδή θά ἔλθη ὁ Χριστός. ᾿Επειδή δέ δέν πρόκειται νά ἔλθη στό μέλλον, διότι ἦταν
αὐτός ὁ ἴδιος, δέν εἶπε ὅτι ἡ σωτηρία θά εἶναι ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους, ἀλλ᾿ ὅτι εἶναι.
“᾿Αλλά ἔρχεται ὥρα”, λέγει, “καί εἶναι τώρα”.
Καί
αὐτά εἶναι προφητικά.τό ἔρχεται χρησιμοποιήθηκε διότι δέν ἐτελέσθηκε ἀκόμη, ἀλλά
θά τελεσθῆ, τό δέ “τώρα εἶναι”, χρησιμοποιήθηκε ἐπειδή τήν ἔβλεπε ἔτοιμη νά
πιστεύση σύντομα καί νά προσκυνῆ πνευματικῶς καί ἀληθῶς.“ἔρχεται λοιπόν”, λέγει,
“ὥρα, καί τώρα ἀκριβῶς εἶναι, ὁπότε οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί θά προσκυνοῦν τόν
Πατέρα κατά Πνεῦμα καί ἀλήθεια”.διότι ὁ ὕψιστος καί προσκυνητός Πατήρ, εἶναι
Πατήρ αὐτοαληθείας, δηλαδή τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ, καί ἔχει Πνεῦμα ἀληθείας, τό
Πνεῦμα τό ἅγιον, καί αὐτοί πού τόν προσκυνοῦν κατ᾿ αὐτούς, τό πράττουν διότι ἔτσι
πιστεύουν καί διότι ἐνεργοῦνται δι᾿ αὐτῶν. Διότι, λέγει ὁ ἀπόστολος, τό Πνεῦμα
εἶναι αὐτό διά τοῦ ὁποίου προσκυνοῦμε καί διά τοῦ ὁποίου προσευχόμαστε (Βλ.
Ρωμ. 8,26), καί “κανείς δέν ἔρχεται πρός τόν Πατέρα παρά μόνο δι᾿ ἐμοῦ”, λέγει ὁ
μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ (᾿Ιω. 14,6).
Αὐτοί
λοιπόν πού προσκυνοῦν ἔτσι κατά τό Πνεῦμα καί τήν ἀλήθεια τόν ὕψιστο Πατέρα, αὐτοί
εἶναι οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί. ᾿Αφοῦ δέ ἐξέβαλε καί τά ᾿Ιεροσόλυμα καί τήν Σαμάρεια,
γιά νά μή νομίση κανείς ὅτι πρόκειται νά εἰσαχθῆ ἀντί γι᾿ αὐτά ἄλλος τόπος, στήν
συνέχεια ἀπομακρύνει πάλι τόν ἀκροατή ἀπό κάθε σωματική ἔννοια καί τόπο καί
προσκύνησι, λέγοντας, “Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός, καί αὐτοί πού τόν προσκυνοῦν πρέπει
νά προσκυνοῦν κατά Πνεῦμα καί ἀλήθεια”, δηλαδή ἐννοώντας τόν ἀσώματο ἐντελῶς ἔξω
ἀπό σώματα.διότι ἔτσι θά τόν ἰδοῦν καί ἀληθινῶς παντοῦ μέσα στό Πνεῦμα καί τήν ᾿Αλήθειά
του. ῾Ως πνεῦμα δηλαδή πού εἶναι ὁ Θεός εἶναι ἀσώματος, τό δέ ἀσώματο δέν εὑρίσκεται
σέ τόπο οὔτε περιγράφεται μέ τοπικά ὅρια.
῾Επομένως
αὐτός πού λέγει ὅτι ὁ Θεός πρέπει νά προσκυνῆται μόνο στά ὅρια τῶν ᾿Ιεροσολύμων
ἤ τοῦ ὄρους τῆς Σαμαρείας ἤ σέ κάποιον ἄλλο ἀπό τούς πανταχοῦ στή γῆ καί τόν οὐρανό
τόπους, δέν ὁμιλεῖ ἀληθῶς οὔτε προσκυνεῖ ἀληθῶς. ᾿Αλλά ὡς ἀσώματος ὁ Θεός δέν εἶναι
πουθενά, ὡς Θεός δέ εἶναι πανταχοῦ.ἐάν ὑπάρχη ὄρος ἤ τόπος ἤ κτιστό πρᾶγμα, ὅπου
δέν ὑπάρχει ὁ Θεός, πάλι θά εὑρεθῆ νά περιγράφεται σέ κάτι.εἶναι λοιπόν πανταχοῦ
καί σέ ὅλα ὁ Θεός. Πῶς λοιπόν πανταχοῦ καί σέ ὅλα; ῾Ως περιεχόμενος ὄχι ἀπό μέρος
ἀλλά ἀπό τό σύμπαν; ῎Οχι βέβαια, διότι πάλι θά εἶναι σῶμα. ῾Επομένως, ὡς συνέχων
καί περιέχων τό πᾶν, αὐτός εἶναι στόν ἑαυτό του, πανταχοῦ καί ἐπάνω ἀπό τό σύμπαν,
προσκυνούμενος ἀπό τούς ἀληθινούς προσκυνητάς κατά τό Πνεῦμα καί τήν ᾿Αλήθειά
του.
Πανταχοῦ
λοιπόν, ὄχι μόνο τῆς γῆς ἀλλά καί τῶν ὑπεράνω τῆς γῆς, θά προσκυνηθῆ ὁ Θεός ἀπό
τούς ἔτσι πιστεύοντας ἀληθῶς καί θεοπρεπῶς, Πατήρ ἀσώματος καί κατά τόν χρόνο
καί τόπο ἀόριστος, στό ἅγιο καί ἀΐδιο Πνεῦμα καί στόν συνάναρχο Υἱό καί Λόγο,
πού εἶναι ἡ ἐνυπόστατη ἀλήθεια τοῦ Πατρός. Βέβαια καί ἡ ψυχή καί ὁ ἄγγελος εἶναι
ἀσώματα, δέν εἶναι σέ τόπο, ἀλλά δέν εἶναι πανταχοῦ, διότι δέν συνέχουν τό σύμπαν
ἀλλά ἔχουν ἀνάγκη τοῦ συνέχοντος, ἑπομένως καί αὐτά εἶναι στόν συνέχοντα καί
περιέχοντα τό σύμπαν, ὁριζόμενα ἀπό αὐτόν καταλλήλως. ῾Η ψυχή ὅμως, συνέχοντας
τό σῶμα μέ τό ὁποῖο ἐκτίσθηκε μαζί, εἶναι πανταχοῦ τοῦ σώματος, ὄχι ὡς εὑρισκομένη
σέ τόπο οὔτε περιεχομένη σέ σῶμα, ἀλλά ὡς συνέχουσα καί περιέχουσα αὐτό, ἀφοῦ ἔχει
καί τοῦτο κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ.
῾Η
δέ Σαμαρεῖτις, καθώς ἄκουσε ἀπό τόν Χριστό αὐτά τά ἐξαίσια καί θεοπρεπῆ λόγια, ὅτι
ὁ Θεός πουθενά δέν πρέπει νά προσκυνῆται ἀληθινά, παρά μόνο κατά τό Πνεῦμα καί
τήν ᾿Αλήθειά του, ὅπως ἡ στό ῏Ασμα τῶν ᾿Ασμάτων ψυχή πού νυμφεύεται τόν Θεό, ἀναπτερωμένη
ἀπό τή φωνή τοῦ νυμφίου τῆς ἀφθαρσίας, μνημονεύει τόν προσδοκώμενο καί ποθούμενο
καί, κρυφά ἀκόμη, παρόντα νυμφίο, λέγοντας. “γνωρίζω ὅτι ὁ Μεσσίας, ὁ λεγόμενος
Χριστός, ἔρχεται.ὅταν ἔλθη ἐκεῖνος θά μᾶς τά διδάξη ὅλα”. Βλέπετε πώς ἦταν ἑτοιμοτάτη
γιά τήν πίστι, ὅτι πλησιάζει ἤδη ὁ προσδοκώμενος, καί γεμάτη ἐλπίδα; ῏Αρα δέν ἐταίριαζε
νά εἰπῆ καί αὐτή κατά τόν Δαβίδ, “ἕτοιμη εἶναι ἡ καρδιά μου, Θεέ, ἕτοιμη εἶναι ἡ
καρδιά μου, θά τραγουδήσω καί θά ψάλω κατά τήν δόξα μου” (Ψαλμ. 56,8).
᾿Από
πού θά ἐγνώριζε τοῦτο μέ τόση βεβαιότητα καί ἀσφάλεια καί θά εἶχε τήν ψυχική διάθεσι
γι᾿ αὐτό, ἄν δέν εἶχε μελετήσει τά προφητικά βιβλία μέ ἄκρα σύνεσι; Γι᾿ αὐτό εἶχε
καί τόν νοῦ τόσο μετάρσιο, ἀφοῦ εἶχε γεμίσει ἀπό τήν θεία κατοχή.ὥστε ἐμένα,
καθώς βλέπω τώρα μέ χαρά τόν σφοδρό πνευματικό πόθο τῆς Σαμαρείτιδος αὐτῆς πρός
τόν Χριστό, μοῦ ἔρχεται νά εἰπῶ πάλι γι᾿ αὐτήν τά λόγια τοῦ Ἄσματος ἐκείνου,
“ποιά εἶναι αὐτή πού προβάλλει σάν ἡ αὐγή, ὡραία σάν ἡ σελήνη, ἐκλεκτή σάν ὁ ἥλιος;”
(῏Ασμα 6,10). Διότι, ἀφοῦ ἐξαγγέλλει ὅτι σέ λίγο θά φανῆ ὁ νοητός ἥλιος τῆς
δικαιοσύνης Χριστός καί ὑποδηλώνει ὅτι δι᾿ αὐτῆς ἀρχίζει ἡ ᾿Εκκλησία τῶν ἐθνῶν,
σάν νά ἀνεβαίνη ἀπό ἱερά κολυμβήθρα, τήν πηγή ἐπάνω στήν ὁποία ἐστεκόταν, καθώς
κατηχεῖτο ἀπό τόν Σωτῆρα, τήν βλέπω νά προβάλλη σάν πολυέραστος ὄρθρος.
Εἶναι
δέ ὡραία σάν ἡ σελήνη, ἐπείδη φέγγει, ἄν καί ἐπικρατεῖ ἡ νύκτα τῆς ἀσεβείας ἀκόμη.ἐκλεκτή
δέ σάν ὁ ἥλιος, γι᾿ αὐτό ὠνομάσθηκε Φωτεινή ἀπό τόν Σωτῆρα καί καταγράφηκε καί
αὐτή στόν κατάλογο τῶν μελλόντων νά λάμψουν σάν ὁ ἥλιος κατά τό εὐαγγέλιο, ἐπειδή
ἐπεσφράγισε τόν ὑπόλοιπο φωτοειδῆ βίο της μέ μακάριο καί μαρτυρικό τέλος, καί τώρα
δέ ἀνεγνώρισε τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί τόν ἐξύμνησε τελείως ὡς Θεό, καί ὅ,τι
εἶπε αὐτός ὕστερα στούς μαθητάς περί τοῦ συμφυοῦς καί ὁμοτίμου Πνεύματος, ὅτι,
θά ἔλθη ἐκεῖνος, θά διδάξη ὅλη τήν ἀλήθεια, τοῦτο λέγει προλαβαίνοντας καί αὐτή
περί αὐτοῦ, “ὅταν ἔλθη ἐκεῖνος θά μᾶς τά διδάξη ὅλα” (᾿Ιω. 15,26).
᾿Αλλά
μόλις τήν εἶδε νά εἶναι τέτοιας λογῆς ὁ νοητός νυμφίος Χριστός, λέγει πρός αὐτήν
ἀπροκαλύπτως, “ἐγώ εἶμαι πού σοῦ ὁμιλῶ”. ᾿Εκείνη δέ γίνεται ἀμέσως ἐκλεκτή
πραγματικά εὐαγγελίστρια καί ἀφήνοντας τήν ὑδρία καί τρέχοντας πρός τήν πόλι τούς
πείθει μέ τά λόγια καί τούς ὁδηγεῖ πρός τήν πίστι τοῦ φανέντος, λέγοντας “ἔλθετε
νά ἰδῆτε ἄνθρωπο, πού μοῦ εἶπε ὅλα ὅσα ἔκαμα.μήπως αὐτός εἶναι ὁ Χριστός;”. ῾Ομιλεῖ
δέ ἔτσι ὄχι ὅτι ἔχει κάποια ἀμφιβολία, ἀλλά διότι πιστεύει ὅτι καί οἱ ἄλλοι θά
πληροφορηθοῦν καλύτερα μέ τή θέα καί θά πεισθοῦν εὐχερέστερα διά τῆς συνομιλίας
πρός τόν Κύριο, ὅπως καί στήν πρᾶξι συνέβηκε.
᾿Εγώ
καί τά προηγούμενα ἀνέπτυξα συνοπτικῶς, ἀλλά καί τή συνέχεια τῶν εὐαγγελικῶν λόγων
θά παραλείψω τώρα, διότι βλέπω ὅτι ἡ ὥρα σᾶς βιάζει πρός τίς ἀνάγκες τοῦ βίου
καί τά ἔργα τοῦ βίου. ᾿Αλλά ἐσεῖς προσέξατε αὐτήν τήν Σαμαρείτιδα. Μόλις ἄκουσε
τά εὐαγγελικά λόγια, πού ἀνακοινώνομε κι᾿ ἐμεῖς πρός τήν ἀγάπη σας, ἀμέσως
κατεφρόνησε ὅλες τίς ἀνάγκες τοῦ σώματος. ῎Αφησε ἀμέσως καί τή στάμνα καί τήν οἰκία,
καί, τρέχοντας στήν πόλι καί παρασύροντας τούς Σαμαρεῖτες, ἐπανῆλθε πάλι μαζί μέ
αὐτούς πρός τόν Χριστό.διότι τό, “ἔλθετε νά ἰδῆτε”, τοῦτο ἀκριβῶς σημαίνει, “ἀκολουθήσατέ
με καί θά σᾶς ὁδηγήσω καί θά σᾶς δείξω τόν ἀπό τούς οὐρανούς Σωτῆρα πού ἦλθε στόν
κόσμο”.
῎Ετσι
προέτρεψε τότε ἐκείνους καί τούς παρουσίασε στόν Χριστό. ἐμᾶς δέ τώρα μέ τήν ἐγκατάλειψι
τῆς οἰκίας καί τῆς στάμνας διδάσκει νά θεωροῦμε προτιμότερη ἀπό τίς βιοτικές ἀνάγκες
τήν ὠφέλεια ἀπό τή διδασκαλία, τήν ὁποία ὁ Κύριος ὠνόμασε ἀγαθή μερίδα πρός τήν
Μάρθα τοῦ εὐαγγελίου, ὑπερασπίζοντας τήν Μαρία πού παρακολουθοῦσε τόν λόγο
(Λουκ. 10,42). ᾿Εάν δέ πρέπει νά περιφρονοῦμε τά ἀναγκαῖα, πόσο περισσότερο τά ἄλλα;
῎Αλλωστε τί σέ βιάζει πρός τά ἐκεῖ καί σέ ἀπομακρύνει ἀπό τά ὠφέλιμα ἀκούσματα;
᾿Επιμέλεια οἴκου καί παιδιῶν καί γυναίκας; Οἰκεῖο ἤ συγγενικό πένθος ἤ χαρά; ᾿Αγορά
κτημάτων ἤ πώλησις; Χρῆσις ὅλων τῶν ὑπαρχόντων σου ἤ μᾶλλον κατάχρησις; ᾿Αλλ᾿ ἄκουσε
μέ σύνεσι τά ἀποστολικά διδάγματα. “῾Ο καιρός, ἀδελφοί εἶναι συνεσταλμένος στό ἑξῆς,
ὥστε καί ὅσοι ἔχουν γυναῖκες νά εἶναι σάν νά μή ἔχουν καί ὅσοι κλαίουν σάν νά μή
κλαίουν καί ὅσοι χαίρονται σάν νά μή χαίρωνται καί ὅσοι ἀγοράζουν σάν νά μή κατέχουν
καί ὅσοι χρησιμοποιοῦν τόν κόσμο τοῦτο σάν νά μήν τόν παραχρησιμοποιοῦν.διότι τό
σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου παρέρχεται” (Α´ Κορ. 7,29).
Τί
σημαίνει ὅτι “ὁ καιρός εἶναι συνεσταλμένος”; Σύντομος ὁ βίος, πλησίον ὁ θάνατος,
φθαρτός ὁ κόσμος αὐτός, ἄλλος εἶναι ἐκεῖνος πού μένει παντοτινά. Ἐμᾶς δέ μᾶς
παραπέμπει πρός ἐκεῖνον μέ ἀσφάλεια ἡ καταφρόνησις τοῦ παρόντος κόσμου, ἡ ἑτοιμασία
γιά ἐκεῖνον τόν μέλλοντα, ἡ κατά τό δυνατό διαβίωσις ἀπό ἐδῶ σύμφωνα μ᾿ ἐκείνη
τή διαγωγή καί ἡ κατά δύναμι ἀποφυγή τῶν ἐπιβλαβῶν τοῦ παρόντος βίου. ῞Οπως δέ ὅταν
γίνεται πυκνά ἐπιδρομή ἐχθρῶν στά ἐκτός τῆς πόλεως, ἔχομε τούς ἀγρούς σάν νά μή
τούς ἔχωμε καί τόν περισσότερο καιρό, φεύγοντας ἀπό ἐκείνους, καθόμαστε μέσα σέ
ἀσφάλεια, κι᾿ ἄν οἱ ἐχθροί ἀναχωρήσουν γιά λίγο, χρησιμοποιοῦμε σύντομα τούς
περιπάτους ἐμπρός ἀπό τό ἄστυ, χωρίς κατάχρησι, διότι βλέπουμε τόν καιρό τῆς χρήσεως
συνεσταλμένο.ἔτσι καί αὐτόν τόν κόσμο παραινεῖ ὁ ἀπόστολος νά τόν χρησιμοποιοῦμε
ἀλλά νά μήν τόν παραχρησιμοποιοῦμε. Διότι βλέπει τούς ἀοράτους ἐχθρούς νά ἐπεμβαίνουν
δεινῶς καί τήν ἀπειλή τῆς φθορᾶς. “παρέρχεται”, λέγει, “τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου”.
᾿Αλλ᾿
ὅμως, ἐπειδή τά παρόντα δέν ὑφίστανται οὐσιωδῶς ἀλλ᾿ ἀποτελοῦν σχηματισμό, καί
γίνονται μέν ἀλλά δέν εἶναι, φαινόμενα γιά λίγο καί παρερχόμενα, κι᾿ ἄν θελήση
κανείς νά τά κατέχη, δέν θά μπορέση ποτέ, σάν σκιά θερινῆς ἄγονης νεφέλης πού
διώκεται ἀπό ἄνεμο καί παρέρχεται γρήγορα, ἡ παραίνεσις παρέρχεται γιά νά γίνη
φανερά ἡ πρόθεσις τοῦ καθενός καί γιά νά δώση σημεῖο τῆς ἐπιγνώσεως τῶν ἀπό τόν
Θεό διαταγμάτων. Διότι κι᾿ ἄν θελήση κανείς νά τά κατέχη, ὅπως εἶπα, τά παρόντα
δέν εἶναι καθεκτά, κι᾿ αὐτό διττῶς.ὄχι μόνο ὁ κόσμος αὐτός παρέρχεται, ἀλλά κι᾿
ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, πού χρησιμοποιοῦμε αὐτόν τόν κόσμο, μερικές φορές παρέρχεται
καί πρίν ἀπό τά ἐγκόσμια πού ἔχει στή διάθεσί του.
Κάθε
ἄνθρωπος παρέρχεται σάν νά βαδίζη ὁδόν, πού κι᾿ αὐτή κινεῖται πολυειδῶς καί παρέρχεται
ἀπό αὐτόν, καί συμβαίνει ἕνα ἀπό τά δύο, ἤ τόν προφθάνει ἡ ὁδός καί ὅσα κατεῖχε
δέν μπορεῖ πλέον νά τά κατέχη ἤ αὐτός προφθάνει καί δέν μπορεῖ πλέον νά κατέχη
τά τοῦ βίου.διότι, ἀφοῦ εἶναι θνητός ὁ ἄνθρωπος, εἶναι συνημμένος μέ τά τοῦ βίου,
πού εἶναι καί αὐτά τρεπτά.
῎Η
λοιπόν ὡς συνημμένος μέ τά τρεπτά τρέπεται πολυτρόπως κι᾿ ἔχασε ὅσα κατεῖχε,
πλοῦτο ἴσως, λαμπρότητα, εὐθυμία, ἤ πεθαίνοντας προφθάνει νά ἐπιφέρη στόν ἑαυτό
του κεφαλαιωδέστερη τροπή καί ἀναχωρεῖ γυμνός, ἐγκαταλείποντας τά τωρινά ἀγαθά
του καί τίς ἐλπίδες γι᾿ αὐτά. ῎Ισως σέ παιδιά, ἀλλά ποιά εἶναι ἡ εὐχαρίστησι καί
ἀπ᾿ αὐτό; Αὐτός μέν δέν ἔχει πλέον καμμιά αἴσθησι τῶν ἐδῶ πραγμάτων, τά δέ
παιδιά θά πέσουν μέ τόν ἴδιο ἤ ἄλλον τρόπο.
Τό
τέλος λοιπόν τῶν προσκολλημένων σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο εἶναι πάντοτε συμφορά, ἀφοῦ
τελικῶς ἐκφέρονται γυμνοί καί ἐγκαταλείπουν ὅλα τά ἐδῶ ἀγαπητά πράγματα. Σέ ὅσους
δέ περιφρονοῦν τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου καί ζητοῦν νά μάθουν περί τοῦ μέλλοντος
κόσμου καί σπεύδουν νά πράττουν αὐτά πού θά συντελέσουν γιά ἐκεῖνον, ὁ θάνατος,
ὅταν ἔρχεται δέν ἐπιφέρει ζημία, ἀλλά μᾶλλον τούς μεταφέρει ἀπό τοῦτα τά μάταια
καί ρευστά, πρός ἀνέσπερη ἡμέρα, πρός ἄφθαρτη τρυφή, πρός ἀΐδια δόξα, πρός τά
πραγματικά ὑπάρχοντα καί ἀναλλοιώτως διαμένοντα.
Αὐτά
εἴθε νά ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς, μέ τήν χάρι καί φιλανθρωπία αὐτοῦ πού ἔκλινε τούς
οὐρανούς καί κατέβηκε ὑπέρ ἡμῶν, ὄχι ἕως ἐμᾶς, ἀλλά καί ἕως τίς ἔγκλειστες στά
καταχθόνια ψυχές.καί πού ἀπό ἐκεῖ ξανανέβηκε δι᾿ ἀναστάσεως καί ἀναβιώσεως καί
προσέφερε σ᾿ ἐμᾶς τόν φωτισμό καί τή γνῶσι καί τήν ἐλπίδα τῶν οὐρανίων καί ἀϊδίων,
στά ὁποῖα εἶναι δεδοξασμένος στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
(ΕΠΕ,
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΕΡΓΑ, ΤΟΜΟΣ 9, ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο
ΠΑΛΑΜΑΣ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου