(ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ)
«Ὅτε
δυνατὸς εἶ ἐν ἔργοις, τὴν νεότητά σου ταῖς ἁμαρτίαις προσαναλίσκεις.
Ὅτε ἀποκάμῃ τὰ ὄργανα, τότε προσάγεις αὐτὰ τῷ Θεῷ, ὅτε εἰς οὐδὲν αὐτοῖς
ἔστι χρήσασθαι, ἀλλ’ ἀνάγκη κεῖσθαι διὰ τὸν ἐκ τοῦ χρόνου μαρασμὸν
παραλυθέντος τοῦ τόνου. Ἡ ἐν γήρᾳ σωφροσύνη οὐ σωφροσύνη, ἀλλ’ ἀκολασίας
ἀδυναμία. Νεκρὸς οὐ στεφανοῦται· οὐδεὶς δίκαιος δι’ ἀδυναμίαν κακοῦ.
Ἕως ἔστι σοι δύναμις, λόγῳ κράτει τῆς ἁμαρτίας. Τοῦτο γάρ ἐστιν ἀρετή·
ἔκκλισις ἀπὸ κακοῦ, καὶ ποίησις ἀγαθοῦ. Ἡ δὲ ἀργία τῆς πονηρίας οὔτε
ἐπαίνων αὐτὴ καθ’ ἑαυτήν, οὔτε κολάσεων ἀξιοῦται. Ἐὰν δι’ ἡλικίαν παύσῃ
τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀσθενείας ἡ χάρις. Ἐπαινοῦμεν δὲ τοὺς κατὰ προαίρεσιν
ἀγαθούς, οὐ τοὺς ἀπό τινος ἀνάγκης ἐξειργομένους».
Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση
Ὅταν
ἔχεις ἀκμαῖες τὶς δυνάμεις σου γιὰ δουλειά, τὰ νιάτα σου τὰ ξοδεύεις
στὶς ἁμαρτίες. Ὅταν τὰ μέλη τοῦ σώματός σου κουρασθοῦν, τότε τὰ
προσφέρεις στὸ Θεό, τότε ποὺ δὲν μποροῦν σὲ τίποτε νὰ χρησιμοποιηθοῦν,
ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη ἀτονοῦν, διότι παρέλυσαν οἱ δυνάμεις τους λόγῳ μαρασμοῦ
τῆς ἡλικίας. Ἡ σωφροσύνη τῶν γηρατειῶν δὲν λογίζεται σωφροσύνη, ἀλλ’
ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἁμαρτάνει. Ὁ νεκρὸς δὲν στεφανώνεται. Κανένας
δὲν θεωρεῖται δίκαιος, ἂν ἀπὸ ἀδυναμία δὲν πράττει τὸ κακό. Ὅσο οἱ
δυνάμεις σου διατηροῦνται ἀκμαῖες, νὰ νικᾶς τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν
αὐτοκυριαρχία στὸν ἑαυτό σου. Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀρετή: τὸ νὰ
ἀπομακρύνεσαι ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ νὰ πράττεις τὸ καλό. Ἡ ἀδυναμία διαπράξεως
τῆς ἁμαρτίας αὐτὴ καθαυτὴ δὲν εἶναι ἄξια οὔτε γιὰ ἐπαίνους οὔτε γιὰ
τιμωρίες. Ἐὰν λόγῳ προχωρημένης ἡλικίας σταματήσεις νὰ ἁμαρτάνεις, τὰ
εὔσημα ἀνήκουν στὴν ἀδυναμία τῆς φύσεώς σου λόγῳ ἡλικίας. Ἐμεῖς
ἐπαινοῦμε αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἀγαθοὶ ἀπὸ τὴν προαίρεσή τους καὶ ὄχι αὐτοὺς
ποὺ ἐξ ἀνάγκης ἐμποδίζονται νὰ ἁμαρτήσουν.
(Ὁμιλία προτρεπτικὴ εἰς τὸ ἅγιον Βάπτισμα, ΕΠΕ 6, 266)
Πηγή: Ο Σωτήρ