Κυριακὴ ΙΓ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 18,18-27)
24 Νοεμβρίου 2019 (1999)
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
24 Νοεμβρίου 2019 (1999)
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Θὰ σᾶς παρακαλέσω, νὰ προσέξουμε ἕνα λόγο τοῦ Χριστοῦ, μία προειδοποίησι· τὴν ἀπευθύνει ὁ Κύριος πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων, ἀλλὰ ἰδιαιτέρως πρὸς τοὺς πλουσίους.
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ἕνα συνηθισμένο βιβλίο· εἶνε τρομερὸ βιβλίο. Θέτει στὸν καθένα μας, εἴτε φτωχὸς εἶνε εἴτε πλούσιος, εἴτε βασιλιᾶς εἴτε ζητιάνος, θέτει ἕνα δίλημμα. Τὸ Εὐαγγέλιο ἢ εἶνε ψέμα, ἢ εἶνε ἀλήθεια· ἕνα ἀπὸ τὰ δυό. Ἐὰν εἶνε ψέμα, ἂς ἑνωθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τοὺς ἀθέους καὶ ὑλιστὰς καὶ ἂς τὸ ῥίξουμε στὴ φωτιά· ἀλλὰ τότε θὰ ἔρθῃ ὥρα ποὺ θὰ καταλάβουμε, ὅτι «σκληρὸν πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26,14). Ἐὰν ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ψέμα ἀλλὰ εἶνε ἀλήθεια τοῦ οὐρανοῦ, τότε εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἐκτελέσουμε ὅ,τι λέει μέχρι κεραίας· καὶ ἀλλοίμονο ἂν δὲν τὰ ἐκτελέσουμε.
Ἐὰν πιστεύουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Εὐαγγέλιο, τότε θὰ προσέξουμε καὶ ἐκεῖνα τὰ λόγια του ποὺ ἀκούσαμε σήμερα. Εἶνε τρομερὰ γιὰ ὅποιους ἔχουν περίσσευμα ἀγαθῶν. Μᾶς λέει ὁ Κύριος, ὅτι εἶνε πολὺ δύσκολη ἡ σωτηρία τῶν πλουσίων. Πιὸ εὔκολο εἶνε, λέει, νὰ περάσῃ μιὰ γκαμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας, παρὰ νὰ μπῇ ἕνας πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἐὰν τώρα μὲ ρωτήσετε, γιατί εἶνε τόσο δύσκολο νὰ σωθοῦν οἱ πλούσιοι, γιὰ ν᾿ ἀπαντήσω σ᾽ αὐτὸ τὸ ἐρώτημά σας θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ κάνω δύο ἄλλα ἐρωτήματα. Τὸ ἕνα ἀφορᾷ στὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκτᾶται ὁ πλοῦτος· πῶς ἀπέκτησαν τὰ πλούτη; Καὶ τὸ ἄλλο ἐρώτημα ἀφορᾷ στὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο τὰ μεταχειρίζονται· πῶς καὶ ποῦ διαθέτουν τὰ πλούτη τους;
Ὑποθέστε λοιπὸν ὅτι ἔχουμε μπροστά μας ἕνα πλούσιο σὰν αὐτὸν ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, ποὺ ἦταν «πλούσιος σφόδρα» (Λουκ. 18,23). Ὑποθέστε ὅτι ἔχει σπίτια, ἐπαύλεις, μέγαρα, πλοῖα, μετοχές, ἐργοστάσια, ῥάβδους χρυσοῦ. Νὰ τὸν φθονήσουμε; Ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν τὸν φθονῶ· τὸν λυπᾶμαι. Ἀλλὰ θέλω νὰ τὸν πλησιάσω καὶ νὰ τοῦ θέσω ἕνα ἐρώτημα· Ἀγαπητὲ φίλε, αὐτὰ ὅλα πῶς τὰ ἀπέκτησες; Ἐὰν τὰ ἀπέκτησες μὲ τὸν τίμιο ἱδρῶτα σου, τότε δὲν μπορῶ νὰ σὲ κατηγορήσω. Γεννᾶται ὅμως ἡ ἀπορία· Εἶνε δυνατόν, μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ χέρι, ν᾿ ἀποκτήσῃ ἄνθρωπος τεράστια περιουσία; Τὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα σήμερα οἱ πλούσιοι ἀποκτοῦν τὰ μεγάλα πλούτη, εἶνε γνωστά. Σήμερα στὸν κόσμο ἐπικρατεῖ ὁ νόμος «Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Σήμερα τὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκτᾶται ὁ πλοῦτος, εἶνε τὰ ψεύδη, οἱ ἀπάτες, οἱ ἁρπαγές, οἱ κλοπές, οἱ πλαστογραφίες, ἡ ἀδικία τοῦ ἄλλου, ἡ φοροδιαφυγή… Ἔτσι σχηματίζεται τὸ κεφάλαιο, ἔτσι τὰ χρήματα μαζεύονται σὲ λίγα χέρια. Καὶ εἶνε γεγονός, ὅτι ὁ περισσότερος πλοῦτος, τὸ κεφάλαιο, εἶνε στὰ χέρια λίγων οἰκογενειῶν. Καταργεῖ τὶς μικρὲς ἐπιχειρήσεις, τὰ μικρὰ καταστήματα. «Τὸ μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό». Ἡ ἐκμετάλλευσι μειώνει τοὺς μισθούς. Ἔχει ἕνας στὸ ἐργοστάσιό του ἑκατὸ ἐργάτες, ποὺ δουλεύουν καὶ ἀπὸ τὴν ἐργασία τους ὁ ἐργοστασιάρχης κερδίζει τεράστια ποσά. Τὸ δίκαιο εἶνε, νὰ λάβουν κι αὐτοὶ κατ᾿ ἀναλογία στὴ διανομὴ τοῦ κέρδους. Ἀλλὰ ὁ πλούσιος βιομήχανος παίρνει τὴ μερίδα τοῦ λέοντος, οἱ δὲ ἐργάτες κάτι ψίχουλα… Ὅταν λοιπὸν λάβῃ κανεὶς ὑπ᾿ ὄψιν του τὰ σατανικὰ μέσα, ποὺ χρησιμοποιοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ συσσωρεύσουν πλοῦτο, τότε καταλαβαίνει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός, ὅτι «δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (ἔ.ἀ. 18,24). Καλὰ τὸ εἶπε κάποιος ὅτι, γιὰ νὰ πιάσῃς χρήματα πολλά, πρέπει νὰ ἔχῃς κάποιον συγγενῆ στὸ σπίτι τοῦ διαβόλου.
Ἀλλὰ ἂς ἀπευθύνουμε καὶ τὸ δεύτερο ἐρώτημα στὸν πλούσιο· πῶς χρησιμοποιεῖς καὶ ποῦ διαθέτεις τὰ πλούτη σου; Μήπως τὰ ἔχεις μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό σου, μόνο γιὰ τὴν οἰκογένειά σου, μόνο γιὰ τὸ ἄτομό σου; Μήπως, τὴν ὥρα ποὺ ἄλλος εἶνε ἄστεγος ἢ κατοικεῖ σὲ παράπηγμα, ἐσὺ χτίζεις σπίτια, πολυκατοικίες μέσ᾿ στὴν πόλι καὶ ἐπαύλεις στὰ προάστια; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε δὲν εἶσαι Χριστιανός. Ἄνθρωπε, πῶς χρησιμοποιεῖς τὰ πλούτη σου; Μήπως ἔχεις αὐτοκίνητα πολυτελείας γιὰ νὰ κάνῃς ἐκδρομὲς καὶ διασκεδάσεις μὲ πόρνες καὶ παλλακίδες; καὶ δὲν πηγαίνεις παραπάνω, στὰ ὀρεινά, νὰ δῇς ἐκεῖ κάποιους ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε γαϊδουράκι; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; πιστεύεις ἐσὺ στὸ Εὐαγγέλιο; Ἄνθρωπε, πῶς χρησιμοποιεῖς τὰ πλούτη σου; Μήπως κάνεις χοροὺς καὶ διασκεδάσεις, ξοδεύεις μέσ᾿ στὴ νύχτα ἑκατομμύρια δραχμές, κι ὁ ἄλλος, ὁ πολύτεκνος οἰκογενειάρχης, ἡ χήρα καὶ τὸ ὀρφανό, ὁ φτωχός, δὲν ἔχουν φάρμακο, δὲν ὑπάρχει γι᾿ αὐτοὺς οὔτε ἕνα ποτήρι γάλα; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; Μήπως, πλούσιε, ἐσὺ κάνεις ταξίδια στὸ ἐξωτερικό, κι ὁ ἄλλος δὲν ἔχει οὔτε τὸ εἰσιτήριο νὰ ἔρθῃ στὸ νοσοκομεῖο; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; Μήπως ἐσὺ προικίζεις τὴν κόρη σου μὲ καράβια, τὴν πλουτίζεις μὲ ἑκατομμύρια, καὶ τὸ ἄλλο κορίτσι τὸ φτωχὸ δὲν ἔχει νὰ πληρώσῃ οὔτε τὴν ἄδεια τοῦ γάμου; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε ποῦ εἶνε ὁ χριστιανισμός μας, ποῦ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιό μας;
Θὰ μοῦ πῇ κανείς, ὅτι αὐτὸ δὲν τὸ κάνουν ὅλοι· ὑπάρχει καὶ πλούσιος ποὺ δὲν σπαταλᾷ ἔτσι τὰ πλούτη του ἀλλὰ τὰ ἀποθηκεύει. Φύγαμε, λοιπόν, ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο καὶ πήγαμε στὸ ἄλλο· εἶνε δηλαδὴ φιλάργυρος, τσιγγούνης. Κάποιος ἀρχαῖος φιλόσοφος τῆς πατρίδος μας εἶπε, ὅτι ὁ φιλάργυρος, ποὺ δὲν δαπανᾷ οὔτε γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ τὰ φυλάει ὅλα, αὐτὸς μοιάζει ὄχι μὲ τὸ πρόβατο, ποὺ δίνει τὸ μαλλὶ καὶ τὸ γάλα του, ἀλλὰ μὲ τὸ χοῖρο. Γιατὶ ὁ χοῖρος, ὅσο ζῇ, εἶνε ἄχρηστος· δὲν προσφέρει τίποτε παρὰ μόνο τὴ βρώμα του. Ὅταν τὸν σφάξῃς, τότε εἶνε χρήσιμος. Ἔτσι καὶ ὁ φιλάργυρος· ὅσο ζῇ, μόνο ἐπιβαρύνει τὸν κόσμο· ὅταν πεθάνῃ, τότε γίνεται χρήσιμος – ἄν, ἐννοεῖται, τὰ χρήματά του πέσουν στὰ χέρια καλῶν ἀνθρώπων. Τί εἶνε ὁ φιλάργυρος; Ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος τὸν ὠνόμασε χοῖρο ἀκάθαρτο καὶ ἄχρηστο. Ὁ μέγας Βασίλειος λέει, ὅτι φιλάργυρος ἴσον· στάσιμο νερό. Ὑπάρχει πιὸ χρήσιμο πρᾶγμα ἀπὸ τὸ νερό; Τρέχει τὸ ποτάμι, τρέχουν τὰ ῥυάκια, ποτίζουν πεδιάδες, καὶ εἶνε εὐλογία Θεοῦ. Ἀλλ᾿ ὅσο χρήσιμο εἶνε τὸ νερὸ ὅταν τρέχῃ, τόσο βλαβερὸ γίνεται ὅταν μείνῃ στάσιμο. Εἴδατε στάσιμα νερά; Πρασινίζουν, βρωμοῦν, εἶνε ἑστία μολύνσεως. Ἔτσι καὶ τὸ χρῆμα· ὅταν διατίθεται, εἶνε νερὸ ποὺ τρέχει. Στάσιμο νερό, λιμνάζον καὶ ἀκάθαρτο, εἶνε τὸ χρῆμα στὰ χέρια τοῦ φιλαργύρου. Τὸ χρῆμα (ἀπὸ τὸ ῥῆμα χρῶμαι, χρησιμοποιῶ) ὀνομάζεται χρῆμα γιὰ νὰ φεύγῃ ἀπὸ χέρι σὲ χέρι, ἀπὸ πόλι σὲ πόλι, ἀπὸ κράτος σὲ κράτος, νὰ σκορπίζεται σὰν βροχή, σὰν εὐλογία.
* * *
Ἀδελφοί μου, τελειώνω. «Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!». Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου εἶνε φοβερά. Πρέπει νὰ τὰ προσέξουμε ὅλοι. Ἰδιαιτέρως νὰ τὰ προσέξουν ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν περίσσευμα ἀγαθῶν. Ἐρωτῶ· πόσοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν βαρυφορτωμένα τὰ πορτοφόλια τους ἀπέκτησαν τιμίως τὰ χρήματά τους καὶ τὰ διαθέτουν μὲ δικαιοσύνη; Πόσοι χρησιμοποιοῦν τὰ χρήματά τους γιὰ ἀγαθοεργοὺς σκοπούς; Πόσοι ἀπὸ τοὺς πλουσίους ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ ἐφαρμόζουν; Πόσοι μιμοῦνται τὰ παραδείγματα τῶν ἁγίων τῆς πίστεώς μας, ποὺ ἐσκόρπισαν τὶς περιουσίες τους;
Τὸ συμπέρασμα. Ὅσοι εἶνε πλούσιοι, ἂς φοβηθοῦν. Ἔρχεται ἡ φωτιά. Φωτιὰ στὰ μαγαζιά τους, φωτιὰ στὰ ἐργοστάσιά τους. Τὸ φωνάζει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ φωνάζει ἡ Ἀποκάλυψις, τὸ φωνάζουν οἱ νεκροί. «Τὸν ἄσπλαχνο μὲ τοὺς ἀθέους θὰ κατακρίνῃ ὁ Χριστός».
Προτιμότερο ζητιάνος μὲ τὸ Χριστὸ παρὰ ἑκατομμυριοῦχος μὲ τὸ διάβολο. Ἄγκυρα καὶ σωσίβιό μας τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ψαλμῳδοῦ καὶ τῶν ἀποστόλων· «Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μερίμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54,23. Α΄ Πέτρ. 5,7) καὶ «Ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. 6,8). Νὰ κρατήσουμε τὰ λόγια αὐτά. Φτωχοί, ἀλλὰ Χριστιανοί· φτωχοί, ἀλλὰ μὲ τὸν Κύριό μας. Νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Κωνσταντίνου πλατ. Ὁμονοίας Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 26-11-1961.
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ἕνα συνηθισμένο βιβλίο· εἶνε τρομερὸ βιβλίο. Θέτει στὸν καθένα μας, εἴτε φτωχὸς εἶνε εἴτε πλούσιος, εἴτε βασιλιᾶς εἴτε ζητιάνος, θέτει ἕνα δίλημμα. Τὸ Εὐαγγέλιο ἢ εἶνε ψέμα, ἢ εἶνε ἀλήθεια· ἕνα ἀπὸ τὰ δυό. Ἐὰν εἶνε ψέμα, ἂς ἑνωθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τοὺς ἀθέους καὶ ὑλιστὰς καὶ ἂς τὸ ῥίξουμε στὴ φωτιά· ἀλλὰ τότε θὰ ἔρθῃ ὥρα ποὺ θὰ καταλάβουμε, ὅτι «σκληρὸν πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26,14). Ἐὰν ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ψέμα ἀλλὰ εἶνε ἀλήθεια τοῦ οὐρανοῦ, τότε εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἐκτελέσουμε ὅ,τι λέει μέχρι κεραίας· καὶ ἀλλοίμονο ἂν δὲν τὰ ἐκτελέσουμε.
* * *
Ἐὰν πιστεύουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Εὐαγγέλιο, τότε θὰ προσέξουμε καὶ ἐκεῖνα τὰ λόγια του ποὺ ἀκούσαμε σήμερα. Εἶνε τρομερὰ γιὰ ὅποιους ἔχουν περίσσευμα ἀγαθῶν. Μᾶς λέει ὁ Κύριος, ὅτι εἶνε πολὺ δύσκολη ἡ σωτηρία τῶν πλουσίων. Πιὸ εὔκολο εἶνε, λέει, νὰ περάσῃ μιὰ γκαμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας, παρὰ νὰ μπῇ ἕνας πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἐὰν τώρα μὲ ρωτήσετε, γιατί εἶνε τόσο δύσκολο νὰ σωθοῦν οἱ πλούσιοι, γιὰ ν᾿ ἀπαντήσω σ᾽ αὐτὸ τὸ ἐρώτημά σας θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ κάνω δύο ἄλλα ἐρωτήματα. Τὸ ἕνα ἀφορᾷ στὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκτᾶται ὁ πλοῦτος· πῶς ἀπέκτησαν τὰ πλούτη; Καὶ τὸ ἄλλο ἐρώτημα ἀφορᾷ στὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο τὰ μεταχειρίζονται· πῶς καὶ ποῦ διαθέτουν τὰ πλούτη τους;
Ὑποθέστε λοιπὸν ὅτι ἔχουμε μπροστά μας ἕνα πλούσιο σὰν αὐτὸν ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, ποὺ ἦταν «πλούσιος σφόδρα» (Λουκ. 18,23). Ὑποθέστε ὅτι ἔχει σπίτια, ἐπαύλεις, μέγαρα, πλοῖα, μετοχές, ἐργοστάσια, ῥάβδους χρυσοῦ. Νὰ τὸν φθονήσουμε; Ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν τὸν φθονῶ· τὸν λυπᾶμαι. Ἀλλὰ θέλω νὰ τὸν πλησιάσω καὶ νὰ τοῦ θέσω ἕνα ἐρώτημα· Ἀγαπητὲ φίλε, αὐτὰ ὅλα πῶς τὰ ἀπέκτησες; Ἐὰν τὰ ἀπέκτησες μὲ τὸν τίμιο ἱδρῶτα σου, τότε δὲν μπορῶ νὰ σὲ κατηγορήσω. Γεννᾶται ὅμως ἡ ἀπορία· Εἶνε δυνατόν, μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ χέρι, ν᾿ ἀποκτήσῃ ἄνθρωπος τεράστια περιουσία; Τὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα σήμερα οἱ πλούσιοι ἀποκτοῦν τὰ μεγάλα πλούτη, εἶνε γνωστά. Σήμερα στὸν κόσμο ἐπικρατεῖ ὁ νόμος «Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Σήμερα τὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκτᾶται ὁ πλοῦτος, εἶνε τὰ ψεύδη, οἱ ἀπάτες, οἱ ἁρπαγές, οἱ κλοπές, οἱ πλαστογραφίες, ἡ ἀδικία τοῦ ἄλλου, ἡ φοροδιαφυγή… Ἔτσι σχηματίζεται τὸ κεφάλαιο, ἔτσι τὰ χρήματα μαζεύονται σὲ λίγα χέρια. Καὶ εἶνε γεγονός, ὅτι ὁ περισσότερος πλοῦτος, τὸ κεφάλαιο, εἶνε στὰ χέρια λίγων οἰκογενειῶν. Καταργεῖ τὶς μικρὲς ἐπιχειρήσεις, τὰ μικρὰ καταστήματα. «Τὸ μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό». Ἡ ἐκμετάλλευσι μειώνει τοὺς μισθούς. Ἔχει ἕνας στὸ ἐργοστάσιό του ἑκατὸ ἐργάτες, ποὺ δουλεύουν καὶ ἀπὸ τὴν ἐργασία τους ὁ ἐργοστασιάρχης κερδίζει τεράστια ποσά. Τὸ δίκαιο εἶνε, νὰ λάβουν κι αὐτοὶ κατ᾿ ἀναλογία στὴ διανομὴ τοῦ κέρδους. Ἀλλὰ ὁ πλούσιος βιομήχανος παίρνει τὴ μερίδα τοῦ λέοντος, οἱ δὲ ἐργάτες κάτι ψίχουλα… Ὅταν λοιπὸν λάβῃ κανεὶς ὑπ᾿ ὄψιν του τὰ σατανικὰ μέσα, ποὺ χρησιμοποιοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ συσσωρεύσουν πλοῦτο, τότε καταλαβαίνει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός, ὅτι «δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (ἔ.ἀ. 18,24). Καλὰ τὸ εἶπε κάποιος ὅτι, γιὰ νὰ πιάσῃς χρήματα πολλά, πρέπει νὰ ἔχῃς κάποιον συγγενῆ στὸ σπίτι τοῦ διαβόλου.
Ἀλλὰ ἂς ἀπευθύνουμε καὶ τὸ δεύτερο ἐρώτημα στὸν πλούσιο· πῶς χρησιμοποιεῖς καὶ ποῦ διαθέτεις τὰ πλούτη σου; Μήπως τὰ ἔχεις μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό σου, μόνο γιὰ τὴν οἰκογένειά σου, μόνο γιὰ τὸ ἄτομό σου; Μήπως, τὴν ὥρα ποὺ ἄλλος εἶνε ἄστεγος ἢ κατοικεῖ σὲ παράπηγμα, ἐσὺ χτίζεις σπίτια, πολυκατοικίες μέσ᾿ στὴν πόλι καὶ ἐπαύλεις στὰ προάστια; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε δὲν εἶσαι Χριστιανός. Ἄνθρωπε, πῶς χρησιμοποιεῖς τὰ πλούτη σου; Μήπως ἔχεις αὐτοκίνητα πολυτελείας γιὰ νὰ κάνῃς ἐκδρομὲς καὶ διασκεδάσεις μὲ πόρνες καὶ παλλακίδες; καὶ δὲν πηγαίνεις παραπάνω, στὰ ὀρεινά, νὰ δῇς ἐκεῖ κάποιους ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε γαϊδουράκι; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; πιστεύεις ἐσὺ στὸ Εὐαγγέλιο; Ἄνθρωπε, πῶς χρησιμοποιεῖς τὰ πλούτη σου; Μήπως κάνεις χοροὺς καὶ διασκεδάσεις, ξοδεύεις μέσ᾿ στὴ νύχτα ἑκατομμύρια δραχμές, κι ὁ ἄλλος, ὁ πολύτεκνος οἰκογενειάρχης, ἡ χήρα καὶ τὸ ὀρφανό, ὁ φτωχός, δὲν ἔχουν φάρμακο, δὲν ὑπάρχει γι᾿ αὐτοὺς οὔτε ἕνα ποτήρι γάλα; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; Μήπως, πλούσιε, ἐσὺ κάνεις ταξίδια στὸ ἐξωτερικό, κι ὁ ἄλλος δὲν ἔχει οὔτε τὸ εἰσιτήριο νὰ ἔρθῃ στὸ νοσοκομεῖο; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε σὺ εἶσαι Χριστιανός; Μήπως ἐσὺ προικίζεις τὴν κόρη σου μὲ καράβια, τὴν πλουτίζεις μὲ ἑκατομμύρια, καὶ τὸ ἄλλο κορίτσι τὸ φτωχὸ δὲν ἔχει νὰ πληρώσῃ οὔτε τὴν ἄδεια τοῦ γάμου; Ἂν συμβαίνῃ αὐτό, τότε ποῦ εἶνε ὁ χριστιανισμός μας, ποῦ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιό μας;
Θὰ μοῦ πῇ κανείς, ὅτι αὐτὸ δὲν τὸ κάνουν ὅλοι· ὑπάρχει καὶ πλούσιος ποὺ δὲν σπαταλᾷ ἔτσι τὰ πλούτη του ἀλλὰ τὰ ἀποθηκεύει. Φύγαμε, λοιπόν, ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο καὶ πήγαμε στὸ ἄλλο· εἶνε δηλαδὴ φιλάργυρος, τσιγγούνης. Κάποιος ἀρχαῖος φιλόσοφος τῆς πατρίδος μας εἶπε, ὅτι ὁ φιλάργυρος, ποὺ δὲν δαπανᾷ οὔτε γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ τὰ φυλάει ὅλα, αὐτὸς μοιάζει ὄχι μὲ τὸ πρόβατο, ποὺ δίνει τὸ μαλλὶ καὶ τὸ γάλα του, ἀλλὰ μὲ τὸ χοῖρο. Γιατὶ ὁ χοῖρος, ὅσο ζῇ, εἶνε ἄχρηστος· δὲν προσφέρει τίποτε παρὰ μόνο τὴ βρώμα του. Ὅταν τὸν σφάξῃς, τότε εἶνε χρήσιμος. Ἔτσι καὶ ὁ φιλάργυρος· ὅσο ζῇ, μόνο ἐπιβαρύνει τὸν κόσμο· ὅταν πεθάνῃ, τότε γίνεται χρήσιμος – ἄν, ἐννοεῖται, τὰ χρήματά του πέσουν στὰ χέρια καλῶν ἀνθρώπων. Τί εἶνε ὁ φιλάργυρος; Ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος τὸν ὠνόμασε χοῖρο ἀκάθαρτο καὶ ἄχρηστο. Ὁ μέγας Βασίλειος λέει, ὅτι φιλάργυρος ἴσον· στάσιμο νερό. Ὑπάρχει πιὸ χρήσιμο πρᾶγμα ἀπὸ τὸ νερό; Τρέχει τὸ ποτάμι, τρέχουν τὰ ῥυάκια, ποτίζουν πεδιάδες, καὶ εἶνε εὐλογία Θεοῦ. Ἀλλ᾿ ὅσο χρήσιμο εἶνε τὸ νερὸ ὅταν τρέχῃ, τόσο βλαβερὸ γίνεται ὅταν μείνῃ στάσιμο. Εἴδατε στάσιμα νερά; Πρασινίζουν, βρωμοῦν, εἶνε ἑστία μολύνσεως. Ἔτσι καὶ τὸ χρῆμα· ὅταν διατίθεται, εἶνε νερὸ ποὺ τρέχει. Στάσιμο νερό, λιμνάζον καὶ ἀκάθαρτο, εἶνε τὸ χρῆμα στὰ χέρια τοῦ φιλαργύρου. Τὸ χρῆμα (ἀπὸ τὸ ῥῆμα χρῶμαι, χρησιμοποιῶ) ὀνομάζεται χρῆμα γιὰ νὰ φεύγῃ ἀπὸ χέρι σὲ χέρι, ἀπὸ πόλι σὲ πόλι, ἀπὸ κράτος σὲ κράτος, νὰ σκορπίζεται σὰν βροχή, σὰν εὐλογία.
* * *
Ἀδελφοί μου, τελειώνω. «Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!». Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου εἶνε φοβερά. Πρέπει νὰ τὰ προσέξουμε ὅλοι. Ἰδιαιτέρως νὰ τὰ προσέξουν ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν περίσσευμα ἀγαθῶν. Ἐρωτῶ· πόσοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν βαρυφορτωμένα τὰ πορτοφόλια τους ἀπέκτησαν τιμίως τὰ χρήματά τους καὶ τὰ διαθέτουν μὲ δικαιοσύνη; Πόσοι χρησιμοποιοῦν τὰ χρήματά τους γιὰ ἀγαθοεργοὺς σκοπούς; Πόσοι ἀπὸ τοὺς πλουσίους ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ ἐφαρμόζουν; Πόσοι μιμοῦνται τὰ παραδείγματα τῶν ἁγίων τῆς πίστεώς μας, ποὺ ἐσκόρπισαν τὶς περιουσίες τους;
Τὸ συμπέρασμα. Ὅσοι εἶνε πλούσιοι, ἂς φοβηθοῦν. Ἔρχεται ἡ φωτιά. Φωτιὰ στὰ μαγαζιά τους, φωτιὰ στὰ ἐργοστάσιά τους. Τὸ φωνάζει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ φωνάζει ἡ Ἀποκάλυψις, τὸ φωνάζουν οἱ νεκροί. «Τὸν ἄσπλαχνο μὲ τοὺς ἀθέους θὰ κατακρίνῃ ὁ Χριστός».
Προτιμότερο ζητιάνος μὲ τὸ Χριστὸ παρὰ ἑκατομμυριοῦχος μὲ τὸ διάβολο. Ἄγκυρα καὶ σωσίβιό μας τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ψαλμῳδοῦ καὶ τῶν ἀποστόλων· «Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μερίμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54,23. Α΄ Πέτρ. 5,7) καὶ «Ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. 6,8). Νὰ κρατήσουμε τὰ λόγια αὐτά. Φτωχοί, ἀλλὰ Χριστιανοί· φτωχοί, ἀλλὰ μὲ τὸν Κύριό μας. Νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Κωνσταντίνου πλατ. Ὁμονοίας Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 26-11-1961.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου