Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιός
Ὅ,τι καί νά γράφουμε τόπο δέν πιάνει. Γι’ αὐτό καλύτερα νά στραφοῦμε στίς πατραγαθίες καί δή στό «ἅγιο βῆμα» τῆς ἱστορίας μας, τήν Ἁγιασμένη Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Ἀπό ἐκεῖ πρέπει νά πιάσουμε τό νῆμα… Παρηγορία καί θάρρος. Μοσχοβολοῦν τά καριοφίλια καί τά πετραχήλια. Νά ἀρχίσει νά βροντολαλεῖ καί πάλι στήν καρδιά τοῦ Ἑλληνισμοῦ τό μπαρούτι τοῦ Εἰκοσιένα, τώρα πού πολλά «θερία πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε»…
Ὅταν ἔφτασε στήν γυναίκα τοῦ Μάρκου Μπότσαρη, τό πικρό μαντάτο γιά τόν ἡρωικό θάνατο τοῦ ἄνδρα της, ἔτυχε νά χτενίζει τόν γιό της, τόν Δημήτριο, ἀγόρι ἕντεκα ἐτῶν. Ἄρχισε νά μοιρολογεῖ. Ὁ μικρός Σουλιώτης δέν τήν ἄφηνε νά κλαίει. Ὁ πατέρας, τῆς ἔλεγε, σκοτώθηκε γιά τήν πατρίδα καί ἡ ψυχή του θά πάει στόν παράδεισο. Μήν κλαῖς! Νά μήν φορέσεις μαῦρα καί νά μέ ἀφήσεις νά πάω... στόν θεῖο μου, (τόν Νότη Μπότσαρη), νά πολεμήσω μαζί του. Νά μοῦ δώσεις ἅρματα καί ἄλογο, μπορῶ νά τά κρατῶ. Θέλω νά πάρω ἐκδίκηση γιά τό αἷμα τοῦ πατέρα μου…
Ὅσοι ἀγαποῦν τήν πατρίδα μας, αὐτό τό «πέτρινο ἀκρωτήρι στή Μεσόγειο, πού δέν ἔχει ἄλλο ἀγαθό παρά τούς ἀγῶνες τοῦ λαοῦ της, τήν θάλασσα καί τό φῶς τοῦ ἥλιου» (Σεφέρης), θλίβονται καί πικραίνονται γιά τό τωρινό κατάντημά της.
Τά συμπτώματα τῆς παρακμῆς εἶναι ἐμφανέστατα. Κράτος – ζήτουλας τῆς οἰκουμένης, τετρομαγμένο καί δανειοσυντήρητο. Πολίτες, ἕνας ὁλόκληρος λαός, πανικοβλημένοι, ἀπογοητευμένοι καί, τό χειρότερο, πού δέν σέβονται, δέν συμπονοῦν, δέν ἀγαποῦν τήν πατρίδα τους. Σεργιανίζουν οἱ Τοῦρκοι στό Αἰγαῖο, μαγαρίζουν
τά αἵματα τοῦ Κανάρη καί ἀπαντᾶμε μέ ἀπειλῆ κυρώσεων, πού θά λάβουν οἱ Εὐρωπαῖοι, τούς ὁποίους γονυπετῶς ἐκλιπαροῦμε. Καί δέν τό κάνουν, γιατί ξέρουν ὄτι μᾶς κυβερνοῦν προσκυνημένοι. Καί ὁ πολύς λαός, τό ἀσκέρι, ξεφυσᾶ μέ ἀνακούφιση. Πήραμε παράταση. Τά πάρτι στήν Μύκονο, στήν παραλιακή τῶν Ἀθηνῶν, θά συνεχιστοῦν. Τό ξεφάντωμα δέν θά ἀναβληθεῖ…
Ταυτίζουν οἱ μελλοθάνατοι γλεντοκόποι τήν πατρίδα, μέ τό κράτος τῆς μίζας, τῆς ἀναξιοκρατίας, τοῦ σαλταδορισμοῦ, τῆς τεμπελιᾶς, τῆς ἀργομισθίας. Εἶναι τέτοιο σίγουρα, φρόντισαν γι’ αὐτό οἱ ἀνθυπομετριότητες πού τό κυβέρνησαν καί τό κυβερνοῦν, πού ἀντί νά ἀναδείξουν καί νά καλλιεργήσουν τά προτερήματα τοῦ λαοῦ, ξέβρασαν τά ἐλαττώματά του.
Ὅμως ἄλλο εἶναι ἡ πατρίδα μας. Εἶναι ὁ τόπος τῶν πατέρων μας, εἴμαστε γραμμένοι στά μητρῶα της, τῆς ἀνήκουμε, δέν μᾶς ἀνήκει. Εἴμαστε παιδιά της καί κανένα παιδί δέν ἀπαρνιέται τήν μάνα του, γιατί ἔτυχε νά πέσει, (οἱ γέροντες γονεῖς πέφτουν, ἀλλά δέν ξεπέφτουν), νά χάσει τά πλούτη της, τά φτερά τῆς τά πρωτινά, τά μεγάλα.
Ὁ γιός τοῦ ἀθάνατου Μάρκου Μπότσαρη, ὁ Δημήτριος, δέν κλαίει, δέν ὀδύρεται. Ὄχι. Γυρεύει ἅρματα γιά «γδικιωμό», νά πάρει τό αἷμα τοῦ πατέρα του πίσω. Καμαρώνει πού σκοτώθηκε ὁ πατέρας του γιά τήν πατρίδα καί παρηγοριέται πού θά πάει στόν παράδεισο. Ὁμολογία πίστεως καί φιλοπατρία ἀταλάντευτη. Ποιός τοῦ τά ἔμαθε; Γονιοί καί δάσκαλοι τοῦ δίδαξαν παιδεία… σουλιώτικη. Γράμματα ἀντίστασης, γράμματα ἐλευθερίας.
Σέ ἕναν ὡραῖο, παλιό τόμο μέ τίτλο «Μνήμη Σουλίου», ἔργο τοῦ 1971, περιέχεται μία ὁμιλία τοῦ Γ. Ἀθανασιάδη, τό 1957, ἀφιερωμένη στόν ἀγέρωχο πολέμαρχο τοῦ Σουλίου, Νότη Μπότσαρη, τόν ἀρχηγό τῆς Φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου. Διαβάζω στόν ἐπίλογο τοῦ κειμένου:
«Ἡ προβολή ἐνώπιον τῶν νεωτέρων γενεῶν τοῦ Ἔθνους ἱστορικῶν προσωπικοτήτων τῆς ὁλκῆς τοῦ Νότη Μπότσαρη ἀποτελεῖ τό καλύτερο δίδαγμα γιά τήν διάπλαση τοῦ χαρακτῆρος των». (σελ. 197). Σωστά. Μέ τούς Μποτσαραίους διαπλάθεις χαρακτήρα καί ὄχι μέ τήν «Σόνια» τήν γάτα πού ἀποτελεῖ πρότυπο ἠρωϊσμοῦ στά βιβλία Γλώσσας τοῦ Δημοτικοῦ. (Β΄ τεῦχος, Γλώσσα Στ΄ Δημοτικοῦ, σελ. 62). Ἡ Παιδεία μας εἶναι βαριά καί θέλει γερά χέρια γιά νά τήν κρατήσεις. Αὐτό δέν τό καταλαβαίνουν. Μέ τίς γάτες καί μέ κείμενα πού ὑμνοῦν τήν ἠττοπάθεια, δέν μορφώνεις «γερούς» Ἕλληνες, ἀλλά γερασμένους καλοπερασάκηδες.
Δύο μόνο ἐπεισόδια θά ἀναφέρουμε ἀπό τήν ζωή τοῦ ἔνδοξου καπετάνιου. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1804 στό Μοναστήρι τοῦ Σέλτσου, ἔγινε ὁ ξακουσμένος «χαλασμός τῶν Μποτσαραίων». Σκοτώθηκαν πολλοί, μεταξύ αὐτῶν καί ἡ περίφημη κόρη τοῦ Νότη, Λένω (Ἑλένη) Μπότσαρη. Διαβάζω: «Ὁ Νότης κείτεται στό πεδίο τῆς μάχης, διάτρητος ἀπό τίς πληγές πνιγμένος στό αἷμα κατάμαυρος ἀπό τό μπαρούτι. Ἑφτά πληγές εἶχε καί τήν σοβαρότερη στό δεξί μάτι. Τήν ὥρα ἐκείνη ἡ κόρη του ἡ Λένω, λεβεντοκόριτσο 22 χρονῶν, λυγερή, ξανθή, ἦρθε μετά τόν ἡρωικό θάνατο τοῦ θείου της Νίκηζα, μέ τόν ὁποῖο συμπολεμοῦσε, καί βρῆκε τόν πατέρα της μισοπεθαμένο. Μέ τό ματωμένο γιαταγάνι στό χέρι, ἔσκυψε καί τόν ρώτησε:
-Τί νά κάνω πατέρα;
Παιδί μου ἦρθε ἡ ὥρα σου. Σκοτώσου! Τῆς ἀποκρίθηκε ψιθυριστά». Χίμηξε ἡ Λένω μέ τό γιαταγάνι, ἀναμέρισε τούς ἐχθρούς καί πνίγηκε στόν Ἀχελῶο, γιά νά μήν τήν μαγαρίσουν, κατά τό “λαμπρό” τους συνήθειο, οἱ ἀντίχριστοι Μωχαμετάνοι.
Παρελαύνουν οἱ ὑπουργοί στό «Παιδείας». Ἔρχονται καί παρέρχονται. Καί τό μόνο πού ἀπομένει εἶναι ἡ σκιά τους, τό σκοτάδι πού παραλαμβάνουν, τό παραδίδουν στόν διάδοχό τους. Ὁ ἕνας χειρότερος ἀπό τόν ἄλλο. Ἄν εἶχαν φρόνιμα ἑλληνικό θά καθιέρωναν τά «σουλιώτικα γράμματα».
Σουλιώτικα γράμματα εἶναι νά ἐπαναφέρεις στούς τοίχους τῶν σχολείων τά κάδρα τῶν ἡρώων τοῦ Εἰκοσιένα, τώρα πού θά γιορτάσουμε τά 200 χρόνια ἀπό τήν Παλιγγενεσία.
Σουλιώτικη παιδεία εἶναι νά ἑτοιμάσεις Ἀνθολόγιο γιά τό δημοτικό σχολεῖο, ὅπου θά περιέχονται λόγια καί ἐπεισόδια τῶν ἀγωνιστῶν, σάν αὐτά πού προανέφερα.
Σουλιώτικα γράμματα εἶναι νά διδάξεις στά παιδιά τήν κολοκοτρωναίικη ἐθνική διδαχή: «Ὅταν ἐπιάσαμε τά ἅρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπέρ Πίστεως καί ἔπειτα ὑπέρ Πατρίδος».
Καί ἐφόσον τό κράτος εἶναι αἰχμάλωτο καί βασιλεύει τό «ψευτορωμαίικο», παιδεία γιά Ἑλληνόπουλα πού θά σκέφτονται καί θά πράττουν ὅπως ὁ γιός τοῦ Μάρκου Μπότσαρη ἤ τοῦ Μιχαήλ Μελᾶ καί τοῦ Πιερῆ Αὐξεντίου, κατορθώνεις, ἄν ἱδρύσεις «Φροντιστήρια Ἑλληνισμοῦ», ὅπου θά διδάσκονται τά τιμαλφῆ τῆς Γλώσσας, τῆς Ἱστορίας καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιά παιδιά Δημοτικοῦ, μέ δασκάλους πού δέν «παρουσιάζουν συμπτώματα» ἀφιλοπατρίας καί ἐκκλησιομαχίας, ἀλλά εἶναι ὑγιεῖς, μέ «ψυχή καί Χριστό». Δίπλα στά φροντιστήρια ἀγγλικῶν καί γερμανικῶν, νά ἀνοίξουν καί τά, ἐπαναλαμβάνω, «Φροντιστήρια Ἑλληνισμοῦ». Διότι, μᾶς κανοναρχεῖ ὁ Ρήγας, «ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπή μέ τήν ὁποία λάμπουν τά ἐλεύθερα ἔθνη». Ἀλλά ποιῶν γραμμάτων; Τοῦ Σουλίου, τῆς Μάνης, τῶν Σφακίων, τῆς Πίνδου, τοῦ Μαχαιρᾶ καί τοῦ Ἄθω…
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου