κουβέντα του Χριστού προς τον Πέτρο: «Βόσκε τά ἀρνία μου». Και εγώ πιάστηκα από τα παιδιά. Λαμπάδιασα από τη γραφή.
Η διήγηση από το γέροντα μας π. Αθανάσιο Χατζή, από διάφορες συνεντεύξεις και κηρύγματα.
Ιερά Μονή Παναγίας Θεοτόκου Δουραχάνης Ιωαννίνων
Ομιλία π. Αθανασίου Χατζή
080928
(Λουκ. ε΄. 1-11)
«Τὸν
ἐστρίμωχναν τὰ πλήθη, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ κι αὐτὸς
στεκόταν κοντὰ στὴ λίμνη Γενησαρέτ. Εἶδε δυὸ βάρκες ἀραγμένες στὴν
ἀκρολιμνιά· οἱ ψαράδες πιὸ κεῖ ἔπλυναν τὰ δίχτυα τους. Μπῆκε σὲ μιὰ ἀπ’
αὐτὲς ποὺ ἦταν τοῦ Σίμωνα καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ ξεμακρύνη λίγο ἀπὸ τὴ
στεριά. Κι ἀφοῦ κάθισε ἄρχισε νὰ διδάσκη τὸν κόσμο μέσ’ ἀπὸ τὴ βάρκα.
Ὅταν τέλειωσε εἶπε στὸ Σίμωνα· Γύρισε στ’ ἀνοιχτὰ καὶ ρίξετε τὰ δίχτυα
γιὰ ψάρεμα.
Τοῦ
ἀποκρίθηκε ὁ Σίμωνας καὶ τοῦ εἶπε· Δάσκαλε, ὅλη τὴ νύχτα κοπιάσαμε καὶ
δὲν πιάσαμε τίποτα. Θὰ ρίξω ὅμως τὸ δίχτυ ἀφοῦ τὸ ὁρίζεις. Ἔκαμαν ἔτσι
κι ἔπιασαν τόσο μεγάλο πλῆθος ψάρια ποὺ ἄρχισε τὸ δίχτυ νὰ σπάζη.
Φώναξαν τοὺς συνεταίρους τους τῆς δεύτερης βάρκας νὰ πᾶν νὰ τοὺς
βοηθήσουν. Πῆγαν καὶ γέμισαν καὶ οἱ δύο βάρκες σὲ σημεῖο νὰ βουλιάζουν.
Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ Σίμωνας πέφτει στὰ γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν
παρακαλεῖ. Ἕβγα ἀπ’ τὴ βάρκα μου, Κύριε, γιατὶ εἶμαι ἁμαρτωλός. Τὸν εἶχε
γεμίσει θάμπος κι αὐτὸν κι ὅλους τοὺς συντρόφους του γιὰ τὰ ψάρια ποὺ
εἶχαν πιάσει μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο. Ὅμοια εἶχαν ξαφνιαστῆ
(Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. ε΄, χωρία 1 έως 11)
Λουκᾶ Ε΄ 1-11
«Είδα κάποτε απλωμένες στη γη όλες τις παγίδες του διαβόλου και τρόμαξα.
–Ποιος τάχα μπορεί να τις ξεφύγει;
Έλεγα αναστενάζοντας. Άκουσα τότε μυστηριώδη
φωνή να μου αποκρίνεται:
- Ο ταπεινόφρων».
Μέγας Αντώνιος
Καθώς, ἀδελφοί μου, ἀντικρίζουμε τόν Τίμιο Σταυρό, στόν νοῦ μας ἔρχεται ὅλο τό μαρτύριο πού ὑπέστη ὁ Χριστός μας γιά τή σωτηρία μας...
»Ἐγώ σήμερα σκέφτομαι τό μαρτύριο στό ὁποῖο βρίσκεται τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Μέχρι σήμερα συνεχῶς χτυπιέται, λογχίζεται καί σταυρώνεται· καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἄγνοια καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔπρεπε νά διαφυλάσσουν ἀκέραιη τήν Πίστη.
»Ἕνα ἔχω μόνο νά εὐχηθῶ: Ὁ Χριστός μας νά σώσει τήν Ἐκκλησία Του μέσα στίς καρδιές μας... Ἡ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἴθε νά ξαναδείξει
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
(Ματθ. ιη’ 23-35)
Όταν ο Κύριος Ιησούς άφηνε την τελευταία Του πνοή στο σταυρό, ακόμα και τη στιγμή αυτή της επιθανάτιας αγωνίας Του, προσπαθούσε να κάνει καλό στους ανθρώπους. Δε σκεφτόταν τον εαυτό Του. Στους ανθρώπους ήταν ο νους Του, γι’ αυτό και παράδωσε ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα που έδωσε ποτέ στο ανθρώπινο γένος. Κι αυτό είναι η διδασκαλία Του για τη συγχώρηση. «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ’ 34).
Ποτέ ως τότε δεν είχαν ακουστεί τέτοια λόγια στους τόπους εκτέλεσης. Αντίθετα μάλιστα, εκείνοι που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο με τον ίδιο τρόπο, είτε αθώοι ήταν είτε ένοχοι, συνήθως επικαλούνταν θεούς και ανθρώπους για εκδίκηση. «Εκδικηθείτε», ήταν ο λόγος που ακουγόταν συχνά μπροστά στο ικρίωμα και δυστυχώς ακούγεται ως τις μέρες μας από τους μελλοθάνατους, ακόμα κι από εκείνους που προτού θανατωθούν κάνουν το σταυρό τους.
Ο Χριστός, προτού παραδώσει την τελευταία Του πνοή, συγχώρεσε όλους εκείνους
Ωσάν να έχω επιστρέψει κοντά σας από μακρινό ταξίδι έτσι αισθάνομαι σήμερα· διότι γι΄ αυτούς πού αγαπούν, όταν δεν μπορούν νά ευρίσκονται μαζί με τους αγαπωμένους δεν έχουν κανένα όφελος, έστω και αν μένουν σε γειτονική οικία. Για αυτό και εγώ, μολονότι δεν απομακρύνθηκα από την πόλη, δεν αισθάνομαι καλλίτερα από όσον εάν απουσίαζα, επειδή τον τελευταίον καιρό δεν κατέστη δυνατόν να σας ομιλήσω.
Συγχωρήστε με όμως, η σιωπή δεν ωφείλετο σε ραθυμία, αλλά σε ασθένεια. Εσείς τώρα χαίρεσθε, επειδή απαλλάχθηκα από την αρρώστια, κι εγώ επειδή απήλαυσα την αγάπη σας. Διότι και όταν ασθενούσα, οδυνηρότερον από την αρρώστια μου ήταν το ότι δεν ημπορούσα να μετέχω στην αγαπημένη αυτή σύναξη· και τώρα που έγινα καλά, πιο ποθητό μου έγινε το να απολαμβάνω άνετα την αγάπη σας. Διότι ο πυρετός του σώματος δεν κατακαίει τόσο τους ασυενείς, όσο κατακαίει τις ιδικές μας ψυχές ο αποχωρισμός από τους αγαπημένους μας· και όπως εκείνοι επιζητούν φιάλες και ποτήρια και κρύα νερά, έτσι αυτοί επιζητούν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Αυτά τα γνωρίζουν καλά όσοι έχουν συνηθίσει να αγαπούν...
Μη δυσανασχετήσετε όμως
Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. 18,23-35)
+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Συγχώρησις, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ θέμα τοῦ κηρύγματός μας. —Ὤχ, ἀδερφέ, θέμα ποὺ διάλεξες! θὰ πῇ κάποιος. Σήμερα, ποὺ τὰ πάντα φωνάζουν ἐκδίκησι, ἐσὺ ἔρχεσαι καὶ μὲ καλεῖς νὰ συγχωρήσω; Ποιόν, τὸν ἐχθρό μου;
Ἀλλ᾽ αὐτὸς δὲν εἶνε ἄνθρωπος. Μὲ ἔκλεψε, μοῦ ξερρίζωσε τὰ δέντρα, μοῦ ἔκαψε τὸ σπίτι, μοῦ σκότωσε ἄνθρωπο, μὲ πέταξε στὸ δρόμο… Κ᾽ ἐσὺ μοῦ λὲς «συγχώρησι»; Πάψε νὰ τὸ λές.
Καὶ ὅμως, ἀδελφέ, παρὰ τὸν πόνο σου, κάνε ὑπομονὴ καὶ ἄκουσέ με. Ἡ συγχώρησις δὲν εἶνε δική μου ἐφεύρεσι· εἶνε δίδαγμα τοῦ Θεανθρώπου, ποὺ καὶ δίδαξε καὶ ἐφήρμοσε ὅσο κανείς ἄλλος τὴ συγχώρησι, καὶ πάνω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ παρακάλεσε γιὰ τοὺς ἐχθρούς του· «Πάτερ,ἄ φες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) .Στὸ ἐρώτημα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;» ὁ Κύριος ἀπήντησε· «Οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις, ἀλλ᾿ ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (Ματθ. 18,21-22), ποτέ δηλαδὴ μὴν παύσῃς νὰ συγχωρῇς. Λόγος ἰλιγγιώδης. Καὶὁ Κύριος, γιὰ νὰ δώσῃ μία ἑρμηνεία του, διηγεῖ ται τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσπλάχνου δούλου .Δὲν θὰ κάνουμε ἀνάλυσι τῆς παραβολῆς. Ἂς προσέξουμε μόνο τοὺς δύο ἀριθμούς της.
Ὁ πρῶτος ἀριθμὸς εἶνε
Ματθαίου ιη΄ 23-35