π. Δημητρίου Μπόκου
Μὲ τὸ κλείσιμο τῆς ἀναστάσιμης περιόδου καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν Πεντηκοστή, τιμοῦμε τοὺς ἁγίους 318 Πατέρες ποὺ συγκρότησαν τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, πόλη τῆς βορειοδυτικῆς Μικρᾶς Ἀσίας, πολὺ κοντὰ στὴν Κωνσταντινούπολη.
Τὸ πρόβλημα ἦταν ὁ αἱρετικὸς Ἄρειος, ποὺ δίδασκε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δημιούργημα, κτίσμα. Τὸ θέμα εἶναι τεράστιας σημασίας, γιατὶ τὰ δημιουργήματα δὲν ἔχουν ἀφ’ ἑαυτῶν ὕπαρξη, ζωὴ καὶ ἀθανασία. Ζοῦν καὶ ὑπάρχουν μόνο, ἐπειδὴ τὰ διακρατεῖ στὴν ὕπαρξη ἡ δημιουργικὴ πνοὴ καὶ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Συνεπῶς, κανένα δημιούργημα, ὅσο τέλειο καὶ ἂν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ μεταδώσει σὲ ἄλλους ζωὴ καὶ σωτηρία, ἀφοῦ τὸ ἴδιο δὲν εἶναι πηγὴ ζωῆς, αὐτοζωή (Κυριακὴ ἁγίων Πατέρων).
Οἱ 318 ἅγιοι Πατέρες ἔφτιαξαν τὰ πρῶτα ἑπτὰ ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ὅπου διατρανώνουν τὴν πίστη μας «καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, …Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα». Γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα ὁ Χριστός, ἔχει τὴν ἴδια θεία οὐσία μὲ αὐτόν («ὁμοούσιος τῷ Πατρί»), δὲν εἶναι πλάσμα του ὅπως ἐμεῖς. Εἶναι Θεός, ἴσος μὲ τὸν Πατέρα. Πιστεύουμε αὐτὸ ἀκριβῶς
Τί ἔλεγε δηλαδὴ ὁ Χριστός; Ὅταν ὁ ἀπόστολος Φίλιππος τοῦ
ζήτησε νὰ τοὺς δείξει τὸν Πατέρα, ὁ Χριστὸς ἀπάντησε: «Τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν εἰμι καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε;» Ὅποιος εἶδε ἐμένα, ἔχει δεῖ καὶ τὸν Πατέρα, διότι «ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι». Καὶ δὲν σᾶς λέγω λόγια ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ ὁ Πατέρας ποὺ μένει μέσα μου (κατὰ τρόπο ἀδιαίρετο καὶ ἀχώριστο), αὐτὸς ἐνεργεῖ ὅλα τὰ ὑπερφυσικὰ ἔργα ποὺ κάνω ἐγώ (Ἰω. 14, 8-11). Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος κατὰ φύσιν καὶ κατ’ οὐσίαν Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (μονογενής). Ἐμεῖς λεγόμαστε υἱοὶ Θεοῦ, τέκνα του καὶ παιδιά του καταχρηστικά. Εἴμαστε ἁπλῶς πλάσματά του καὶ μᾶς υἱοθετεῖ κατὰ χάριν ὁ Θεός.
Οἱ Ἰουδαῖοι κατάλαβαν πολὺ καλὰ αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ὁ Χριστὸς καὶ γι’αὐτὸ εἶχαν βασικὸ λόγο, σοβαρὴ κατηγορία γιὰ νὰ τὸν
σταυρώσουν. Θεώρησαν ὕψιστη βλασφημία τὸ νὰ διεκδικεῖ κάποιος γιὰ τὸν ἑαυτό του τὴν ἰσοθεΐα. «Διὰ τοῦτο οὖν μᾶλλον ἐζήτουν αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι ἀποκτεῖναι», διότι ἔλεγε ὅτι ἔχει Πατέρα του τὸν Θεό, «ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ Θεῷ» (Ἰω. 5, 18). Ὅταν ἔλεγε ὁ Χριστὸς ὅτι «ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν», «ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ Πατὴρ κἀγὼ ἐν αὐτῷ», καὶ ὅτι «Υἱὸς
τοῦ Θεοῦ εἰμι», οἱ Ἰουδαῖοι ἔπαιρναν πέτρες γιὰ νὰ τὸν λιθοβολήσουν. Καὶ τοῦ ἐξηγοῦσαν ὅτι τὸ κάνουν αὐτό, ὄχι γιὰ τὰ καλὰ ἔργα ποὺ τοὺς ἔκανε, ἀλλὰ γιὰ τὴν κατ’ αὐτοὺς ἀνεπίτρεπτη βλασφημία του, νὰ ὀνομάζει τὸν ἑαυτό του Θεό. «Ὅτι σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν Θεόν» (Ἰω. 10, 30-38).
Ὁ ἀρχιερέας Καϊάφας καὶ ὅλο τὸ ἰουδαϊκὸ συνέδριο τοῦ ἀπηύθυναν τὸ ξεκάθαρο ἐρώτημα, ἂν εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ στὴν ἐξ ἴσου ξεκάθαρη ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ «ἐγώ εἰμι», ἔκριναν χωρὶς κανένα δισταγμὸ ὅτι «ἔνοχος θανάτου ἐστί». Γιατὶ ἄκουσαν μὲ τὰ αὐτιά τους «ὅτι ἐβλασφήμησε», ἰσχυρίστηκε δηλαδὴ ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας. Τὸ ἴδιο ὑποστήριξαν καὶ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου: Ἐμεῖς ἔχουμε νόμο καὶ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο μας πρέπει νὰ πεθάνει, διότι «ἑαυτὸν Θεοῦ Υἱὸν ἐποίησεν» (Ματθ. 26, 63-66. Μαρκ. 14, 61-64. Λουκ. 22, 66-71. Ἰω. 19, 7).
Ὅμως, αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι καὶ τὸ ἐχέγγυο τῆς σωτηρίας μας: Τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Υἱὸς Θεοῦ, «φῶς ἐκ φωτός», Θεὸς ἀληθινός, «δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο». Ὄχι δημιούργημα, ἀλλὰ Δημιουργός.
Ὁ μόνος δηλαδὴ ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ μᾶς δίνει ζωή, ὕπαρξη, σωτηρία, ἀθανασία.
Καλὴ εὐλογημένη ἑβδομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου