κουβέντα του Χριστού προς τον Πέτρο: «Βόσκε τά ἀρνία μου». Και εγώ πιάστηκα από τα παιδιά. Λαμπάδιασα από τη γραφή.
Η διήγηση από το γέροντα μας ✝π. Αθανάσιο Χατζή, από διάφορες συνεντεύξεις και κηρύγματα.
- Εσείς πώς τα βλέπετε;
- Εμείς τι να πούμε, Γέροντα; Εσείς να μας λέγατε.
- Ή ησυχία πού επικρατεί με ανησυχεί. Κάτι ετοιμάζεται. Δεν έχουμε καταλάβει καλά σε τι χρόνια ζούμε ούτε σκεφτόμαστε ότι θα πεθάνουμε. Δεν ξέρω τι θα γίνει· πολύ δύσκολη κατάσταση! Ή τύχη τού κόσμου κρέμεται από τα χέρια μερικών, άλλα ακόμη o Θεός κρατά φρένο. Χρειάζεται να κάνουμε πολλή προσευχή με πόνο, για να βάλει ό Θεός το χέρι Του. Να το πάρουμε στα ζεστά
και να ζήσουμε πνευματικά. Είναι πολύ δύσκολα τα χρόνια. Έχει πέσει πολλή στάχτη, σαβούρα, αδιαφορία. Θέλει πολύ φύσημα, για να φύγει. Οι παλιοί έλεγαν ότι θα έρθει ώρα πού θα κλωτσήσουν οι άνθρωποι. Πετάνε τους φράκτες, δεν υπολογίζουν τίποτε. Είναι φοβερό! Έγινε μία βαβυλωνία. Να κάνουμε προσευχή να βγουν οι άνθρωποι από αυτήν την βαβυλωνία. Διαβάστε την προσευχή των Τριών Παίδων, να δείτε με πόση ταπείνωση προσεύχονταν και τον 82° Ψαλμό: « Ό Θεός, τις όμοιωθήσεταί σοι, μή σιγήσης...». Αυτό πρέπει να γίνει, αλλιώς δεν γίνεται χωριό. Θέλει θεϊκή επέμβαση.
Μπαίνουν μερικές αρρώστιες ευρωπαϊκές
Ιερά Μονή Παναγίας Θεοτόκου Δουραχάνης Ιωαννίνων
Ομιλία ♱π. Αθανασίου Χατζή
080928
Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
«Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὸς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. 3 ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. 4 ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. 5 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. 6 καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 7 καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. 8 ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν ᾿Ιησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· 9 θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, 10 ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· μὴ φοβοῦ·
(Λουκ. ε΄. 1-11)
«Τὸν
ἐστρίμωχναν τὰ πλήθη, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ κι αὐτὸς
στεκόταν κοντὰ στὴ λίμνη Γενησαρέτ. Εἶδε δυὸ βάρκες ἀραγμένες στὴν
ἀκρολιμνιά· οἱ ψαράδες πιὸ κεῖ ἔπλυναν τὰ δίχτυα τους. Μπῆκε σὲ μιὰ ἀπ’
αὐτὲς ποὺ ἦταν τοῦ Σίμωνα καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ ξεμακρύνη λίγο ἀπὸ τὴ
στεριά. Κι ἀφοῦ κάθισε ἄρχισε νὰ διδάσκη τὸν κόσμο μέσ’ ἀπὸ τὴ βάρκα.
Ὅταν τέλειωσε εἶπε στὸ Σίμωνα· Γύρισε στ’ ἀνοιχτὰ καὶ ρίξετε τὰ δίχτυα
γιὰ ψάρεμα.
Τοῦ
ἀποκρίθηκε ὁ Σίμωνας καὶ τοῦ εἶπε· Δάσκαλε, ὅλη τὴ νύχτα κοπιάσαμε καὶ
δὲν πιάσαμε τίποτα. Θὰ ρίξω ὅμως τὸ δίχτυ ἀφοῦ τὸ ὁρίζεις. Ἔκαμαν ἔτσι
κι ἔπιασαν τόσο μεγάλο πλῆθος ψάρια ποὺ ἄρχισε τὸ δίχτυ νὰ σπάζη.
Φώναξαν τοὺς συνεταίρους τους τῆς δεύτερης βάρκας νὰ πᾶν νὰ τοὺς
βοηθήσουν. Πῆγαν καὶ γέμισαν καὶ οἱ δύο βάρκες σὲ σημεῖο νὰ βουλιάζουν.
Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ Σίμωνας πέφτει στὰ γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν
παρακαλεῖ. Ἕβγα ἀπ’ τὴ βάρκα
Καθώς,
ἀδελφοί μου, ἀντικρίζουμε τόν Τίμιο Σταυρό, στόν νοῦ μας ἔρχεται ὅλο τό
μαρτύριο πού ὑπέστη ὁ Χριστός μας γιά τή σωτηρία μας...
»Ἐγώ σήμερα
σκέφτομαι τό μαρτύριο στό ὁποῖο βρίσκεται τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας, πού
εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Μέχρι σήμερα συνεχῶς χτυπιέται, λογχίζεται καί
σταυρώνεται· καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἄγνοια καί ἀπό τούς
ἀνθρώπους πού ἔπρεπε νά διαφυλάσσουν ἀκέραιη τήν Πίστη.
»Ἕνα ἔχω
μόνο νά εὐχηθῶ: Ὁ Χριστός μας νά σώσει τήν Ἐκκλησία Του μέσα στίς
καρδιές μας... Ἡ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἴθε νά ξαναδείξει
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ Καθηγουμένου τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου Ὁσίου Νικοδήμου ✝Ἀρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου
Διά
τοῦ σταυροῦ ὁ Χριστός ἁγίασε τό σῶμα του-κρίκο σύνδεσης μέ τόν κόσμο.
᾿Απέκρουσε τούς πειρασμούς πού τοῦ ἔστελνε ὁ κόσμος, νά γευθεῖ δηλαδή
τίς ἡδονές, ἱκανοποιώντας ὑπέρμετρα τίς ἀνάγκες του ἤ ἀποφεύγοντας τόν
πόνο καί τό θάνατο.
῎Αν,
κατά τόν ἴδιο τρόπο, ἀπωθήσουμε τούς πειρασμούς τῆς ἁμαρτίας καί
ὑπομείνουμε καρτερικά τίς ὀδύνες τοῦ θανάτου, ἡ ἁγιότητα μπορεῖ νά
ἁπλωθεῖ ἀπό τό σῶμα Του σέ ὅλα τά σώματα καί σέ ὅλο τόν κόσμο.
῾Η
Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία δέν λέει πώς διά τοῦ σταυροῦ ὁ Χριστός ἐξῆλθε τῆς
δημιουργίας, ἀλλά ὅτι τήν ἀποκατέστησε σέ παράδεισο· παράδεισο ἀρετῆς
γι᾿ αὐτούς πού, ἀπό ἀγάπη σέ Ἐκεῖνον, ἀποδέχονται τό σταυρό Του. Συνεπῶς
ὁ σταυρός εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, πού, ἄν τήν προσλάβουμε, μπορεῖ
νά ὁδηγήσει τόν κόσμο στόν παράδεισο.
Γι᾿
αὐτό τό σκοπό ὁ Χριστός μένει μέσα μας ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων.
Χωρίς ἀμφιβολία, ὁ πλήρης παράδεισος θά πραγματωθεῖ μόνο μετά τήν
παγκόσμια ἀνάσταση.
῾Η δημιουργία μεταβλήθηκε σέ πεδίο μάχης ἀνάμεσα στούς
ἀνθρώπους, ἐξαιτίας τῆς ἀπληστίας καί τῶν ἐγωϊστικῶν παθῶν γενικά.
Μπορεῖ ὅμως νά ἀποκατασταθεῖ στήν παραδεισιακή κατάσταση διά τοῦ
σταυροῦ. ῾Η Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία στή γιορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου
Σταυροῦ, στίς 14 Σεπτεμβρίου, ψάλλει·
«᾿Εν
Παραδείσῳ με τό πρίν ξύλον ἐγύμνωσεν, οὗπερ τῇ γεύσει ὁ ἐχθρός εἰσφέρει
νέκρωσιν· τοῦ Σταυροῦ δέ τό ξύλον, τῆς ζωῆς τό ἔνδυμα ἀνθρώποις φέρον,
ἐπάγη ἐπί τῆς γῆς καί κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς» (Κάθισμα ἑορτῆς).
Δι᾿
αὐτοῦ ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε ξανά, γιατί ἡ «στρεφομένη ρομφαία»
π . Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ
Ὁ Χριστὸς ἐπέλεξε νὰ σώσει τὸν κόσμο διὰ τοῦ Σταυροῦ. Ὄχι σταυρώνοντας τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὰ πταίσματά του, ἀλλὰ ἀνεβαίνοντας ὁ ἴδιος στὸν Σταυρὸ ἀντὶ γι’ αὐτόν. Ἔκτοτε οἱ ἔχοντες «νοῦν Χριστοῦ» καυχῶνται γιὰ τὸν Κύριό τους, ποὺ τοὺς ἀγάπησε τόσο πολύ, ὥστε νὰ δεχθεῖ ἑκούσια τέτοιο σταυρικὸ θάνατο γιὰ χάρη τους. Θεωροῦν σκύβαλα ὅποια ἄλλα προσόντα καὶ μεγαλεῖα ἔχουν στὸν κόσμο καὶ τὰ θυ-
σιάζουν ὅλα γιὰ νὰ μιμηθοῦν καὶ αὐτοὶ ὅσο περισσότερο μποροῦν τὴ σταυρικὴ πορεία τοῦ Χριστοῦ. «Μὴ γένοιτο» ἐγὼ νὰ καυχηθῶ γιὰ τίποτε ἄλλο, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «εἰ μὴ ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», παρὰ μόνο γιὰ τὸ ὅτι σταυρώθηκε γιὰ μᾶς ὁ Χριστός. Μέσῳ αὐτοῦ τοῦ Σταυροῦ ὁ κόσμος ἔχει σταυρωθεῖ, ἔχει νεκρω-
θεῖ γιὰ μένα καὶ ἐγὼ γιὰ τὸν κόσμο (Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως).
Τί σημαίνει ὅμως ἡ ἔκφραση ὅτι ὁ κόσμος ἔχει σταυρωθεῖ γιὰ μένα;
Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως
Κατά Ἰωάννη Γ΄ 13-17
Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.
Μερος Β΄
Ματθ. 21, 33- 42
«Άνθρωπος τις ην οικοδεσπότης, όστις εφύτευσειν αμπελώνα…»
Ελάτε, αγαπητοί, ελάτε να σας δείξω ένα εκλεκτό αμπέλι. Δεν ήταν από την αρχή έτσι. Ήταν ένας τόπος ακαλλιέργητος. Ήταν ένα χέρσο χωράφι. Ήταν γεμάτο πέτρες, άγρια χόρτα, αγκάθια και φίδια. Κανείς δεν το πρόσεχε. Αλλά κάποιος το πρόσεξε. Ήξερε, ότι κάτω από τις πέτρες και τ’ αγκάθια κρυβόταν εκλεκτό χώμα και ότι, όταν ελευθερωνόταν από αυτά, μπορούσε να γίνη ένα εκλεκτό αμπέλι. Αγόρασε λοιπόν το χέρσο αυτό τόπο και άρχισε να τον δουλεύη. Έβαλε φωτιά, έκαψε τ’ αγκάθια, έβγαλε τις πέτρες, το καθάρισε από τα άγρια χόρτα, το έσκαψε βαθειά, έφερε κλήματα και τα φύτεψε. Το έφραξε απ’ όλες τις μεριές, ώστε να μη μπορούν να μπαίνουν μέσα κλέφτες και ζώα. Έχτισε πατητήρι. Έχτισε πύργο, για να μένουν οι φύλακες και από ’κει, σαν από σκοπιά, να παρατηρούν τι γίνεται σ’ όλο τ’ αμπέλι και πέρα απ’ αυτό.Το αγαπούσε ο άνθρωπος αυτός το αμπέλι και γι’ αυτό προνόησε για όλα. Ήθελε να είνε ένα αμπέλι, που άλλο σαν αυτό να μην υπάρχη. Αμπέλι υποδειγματικό. Το εμπιστεύθηκε σε γεωργούς, και αυτός έφυγε και πήγε μακριά.