π. Δημητρίου Μπόκου
Πῶς πείστηκαν οἱ ἀπόστολοι μὲ μιὰ κουβέντα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ἀκολούθησαν;
Γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἀναπάντητη ἡ πρώτη του κλήση, ὁ Χριστὸς
φρόντισε νὰ προετοιμάσει τὸ ἔδαφος. Εἶχε μιὰ πρώτη γνωριμία μαζί τους. Μερικοὶ ἦταν ἤδη μαθητὲς τοῦ Προδρόμου. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης τοὺς εἶχε σπρώξει πρὸς τὸν Χριστό. Τὸν βρῆκαν, τοῦ μίλησαν, πῆγαν στὸ σπίτι του, ἔμειναν καὶ λίγο μαζί του. Τὸν ἄκουσαν νὰ μιλάει στὰ πλήθη, εἶδαν τὰ πρῶτα του θαύματα στὴν Κανᾶ καὶ τὴν Καπερναούμ.
Καὶ τέλος, εἶδαν νὰ γίνεται καὶ σ’ αὐτοὺς μεγάλο θαῦμα μὲ τὴν ἀνέλπιστη ἁλιεία καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἰχθύων. Ἤξεραν λοιπὸν μὲ ποιὸν εἶχαν νὰ κάνουν. Ἔτσι, στὴν πρώτη κλήση τοῦ Χριστοῦ ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν (Κυριακὴ Α΄ Λουκᾶ).
Τί ἀκριβῶς μέτρησε στὴ σχέση τους μὲ τὸν Χριστό; Κάποιο
συμφέρον; Ἀσφαλῶς ὄχι! Δὲν σκέφτηκαν νὰ τὸν ἐκμεταλλευτοῦν γιὰ νὰ κάνουν τὴ ζωή τους. Δὲν ἦταν ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ χόρτασαν μὲ τοὺς πέντε ἄρτους κι ἔτρεχαν νὰ κάνουν τὸν Χριστὸ βασιλιά τους, γιὰ νὰ τοὺς λυθοῦν ὁριστικὰ τὰ βιοποριστικά τους προβλήματα. Ἄλλωστε, τὴ στιγμὴ ποὺ μὲ τὴν ἀπροσδόκητη ψαριὰ ἔπιασαν τὴν καλή, ἄκουσαν ἀμέσως ἀπ’ τὸν Χριστό: «Παρατῆστε τα ὅλα κι ἐλᾶτε μαζί μου». Οὔτε τοὺς δόθηκε κάποια δελεαστικὴ ὑπόσχεση. Ἀντιθέτως! Ἀντὶ γιὰ εὔκολη ζωὴ καὶ τιμές, ὁ Χριστὸς τοὺς ὑποσχέθηκε «ποτήριον θανάτου». Γιατί τότε ἔτρεξαν ξοπίσω του σὰν τρελοί;
Κατάλαβαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ ὄντως ἐφετόν». Ὁ μόνος ποὺ ἀξίζει νὰ ἀγαπηθεῖ. Ἀντιλήφθηκαν ὅτι μόνο κοντά του θὰ νιώσουν ζωή.
Ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ ὑπέρτατη σχέση. Ἀδιαπραγμάτευτη.
Ὅποιος τὸ νιώσει αὐτό, γίνεται «μανικὸς ἐραστής» του. Καὶ δὲν θέλεις δάσκαλο γιὰ νὰ μάθεις νὰ ἀγαπᾶς. Ξέρεις πότε ἀγαπᾶς καὶ πότε ὄχι.
«Οὕτως ἐπὶ σωμάτων, οὕτως ἐπὶ ἀσωμάτων πέφυκε γίνεσθαι». Συμβαίνει στὸν πνευματικὸ ἔρωτα ὅ,τι ἀκριβῶς καὶ στὸν σαρκικὸ (ἅγ. Ἰωάννης Κλίμακος). Ἔτσι, ὄχι μόνο ὁ Παῦλος φτάνει νὰ λέει «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός», ἀλλὰ καὶ ἡ πόρνη. Σκουπίζει μὲ τὰ μαλλιά της τὰ
πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ λαμβάνει ἄφεση, ἐπειδὴ «ἠγάπησε πολύ».
Ὅποιος ὅμως δὲν τὸ καταλαβαίνει αὐτό, φτιάχνει μόνο κανόνες γιὰ τὸ πῶς νὰ φέρεται στὸν Θεό. Καὶ πασχίζει μιὰ ζωή, περιδεής, νὰ τοὺς τηρεῖ, ἀκόμα κι ἂν τοὺς μισεῖ, ἀκόμα καὶ ἂν κάνει ἀγγαρεία. Μίζερος Χριστιανός! Ἔκτρωμα! Πῶς τὸ λέει (στὸν διάλογο δυὸ φίλων) ἡ παροιμία; «Καὶ παπᾶς, ρὲ Λάμπρο; -Ἔτσι τό ’φερε ἡ κατάρα»!!!
Ὅμως, «ἐμεῖς ἔχουμε φλόγα γιὰ τὸν Χριστό; Τρέχουμε, ὅταν
εἴμαστε κατάκοποι νὰ ξεκουραστοῦμε στὴν προσευχή, στὸν
Ἀγαπημένο, ἢ τὸ κάνουμε ἀγγαρεία καὶ λέμε: “Ὤχ! Τώρα ἔχω νὰ κάνω καὶ προσευχὴ καὶ κανόνα”; Τί λείπει καὶ νιώθουμε ἔτσι; Λείπει ὁ θεῖος ἔρως. Δὲν ἔχει ἀξία μιὰ τέτοια προσευχή. Ἴσως μάλιστα κάνει καὶ κακό… Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι ἐρωτευμένη μὲ τὸν Χριστό, εἶναι πάντα χαρούμενη κι εὐτυχισμένη, ὅσους κόπους καὶ θυσίες κι ἂν τῆς κοστίσει αὐτό… Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, αὐτὸς ὁ ἔρωτας, αὐτὸς ὁ ἐνθουσιασμὸς σὲ φέρνει καὶ στὸ μαρτύριο ἀκόμη. Σὲ κάνει νὰ μὴ λογαριάζεις τίποτα» (ἅγ.Πορφύριος). Ἐμεῖς; Τὸ ἔχουμε αὐτό;
Καλὴ ἑβδομάδα!
Γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἀναπάντητη ἡ πρώτη του κλήση, ὁ Χριστὸς
φρόντισε νὰ προετοιμάσει τὸ ἔδαφος. Εἶχε μιὰ πρώτη γνωριμία μαζί τους. Μερικοὶ ἦταν ἤδη μαθητὲς τοῦ Προδρόμου. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης τοὺς εἶχε σπρώξει πρὸς τὸν Χριστό. Τὸν βρῆκαν, τοῦ μίλησαν, πῆγαν στὸ σπίτι του, ἔμειναν καὶ λίγο μαζί του. Τὸν ἄκουσαν νὰ μιλάει στὰ πλήθη, εἶδαν τὰ πρῶτα του θαύματα στὴν Κανᾶ καὶ τὴν Καπερναούμ.
Καὶ τέλος, εἶδαν νὰ γίνεται καὶ σ’ αὐτοὺς μεγάλο θαῦμα μὲ τὴν ἀνέλπιστη ἁλιεία καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἰχθύων. Ἤξεραν λοιπὸν μὲ ποιὸν εἶχαν νὰ κάνουν. Ἔτσι, στὴν πρώτη κλήση τοῦ Χριστοῦ ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν (Κυριακὴ Α΄ Λουκᾶ).
Τί ἀκριβῶς μέτρησε στὴ σχέση τους μὲ τὸν Χριστό; Κάποιο
συμφέρον; Ἀσφαλῶς ὄχι! Δὲν σκέφτηκαν νὰ τὸν ἐκμεταλλευτοῦν γιὰ νὰ κάνουν τὴ ζωή τους. Δὲν ἦταν ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ χόρτασαν μὲ τοὺς πέντε ἄρτους κι ἔτρεχαν νὰ κάνουν τὸν Χριστὸ βασιλιά τους, γιὰ νὰ τοὺς λυθοῦν ὁριστικὰ τὰ βιοποριστικά τους προβλήματα. Ἄλλωστε, τὴ στιγμὴ ποὺ μὲ τὴν ἀπροσδόκητη ψαριὰ ἔπιασαν τὴν καλή, ἄκουσαν ἀμέσως ἀπ’ τὸν Χριστό: «Παρατῆστε τα ὅλα κι ἐλᾶτε μαζί μου». Οὔτε τοὺς δόθηκε κάποια δελεαστικὴ ὑπόσχεση. Ἀντιθέτως! Ἀντὶ γιὰ εὔκολη ζωὴ καὶ τιμές, ὁ Χριστὸς τοὺς ὑποσχέθηκε «ποτήριον θανάτου». Γιατί τότε ἔτρεξαν ξοπίσω του σὰν τρελοί;
Κατάλαβαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ ὄντως ἐφετόν». Ὁ μόνος ποὺ ἀξίζει νὰ ἀγαπηθεῖ. Ἀντιλήφθηκαν ὅτι μόνο κοντά του θὰ νιώσουν ζωή.
Ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ ὑπέρτατη σχέση. Ἀδιαπραγμάτευτη.
Ὅποιος τὸ νιώσει αὐτό, γίνεται «μανικὸς ἐραστής» του. Καὶ δὲν θέλεις δάσκαλο γιὰ νὰ μάθεις νὰ ἀγαπᾶς. Ξέρεις πότε ἀγαπᾶς καὶ πότε ὄχι.
«Οὕτως ἐπὶ σωμάτων, οὕτως ἐπὶ ἀσωμάτων πέφυκε γίνεσθαι». Συμβαίνει στὸν πνευματικὸ ἔρωτα ὅ,τι ἀκριβῶς καὶ στὸν σαρκικὸ (ἅγ. Ἰωάννης Κλίμακος). Ἔτσι, ὄχι μόνο ὁ Παῦλος φτάνει νὰ λέει «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός», ἀλλὰ καὶ ἡ πόρνη. Σκουπίζει μὲ τὰ μαλλιά της τὰ
πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ λαμβάνει ἄφεση, ἐπειδὴ «ἠγάπησε πολύ».
Ὅποιος ὅμως δὲν τὸ καταλαβαίνει αὐτό, φτιάχνει μόνο κανόνες γιὰ τὸ πῶς νὰ φέρεται στὸν Θεό. Καὶ πασχίζει μιὰ ζωή, περιδεής, νὰ τοὺς τηρεῖ, ἀκόμα κι ἂν τοὺς μισεῖ, ἀκόμα καὶ ἂν κάνει ἀγγαρεία. Μίζερος Χριστιανός! Ἔκτρωμα! Πῶς τὸ λέει (στὸν διάλογο δυὸ φίλων) ἡ παροιμία; «Καὶ παπᾶς, ρὲ Λάμπρο; -Ἔτσι τό ’φερε ἡ κατάρα»!!!
Ὅμως, «ἐμεῖς ἔχουμε φλόγα γιὰ τὸν Χριστό; Τρέχουμε, ὅταν
εἴμαστε κατάκοποι νὰ ξεκουραστοῦμε στὴν προσευχή, στὸν
Ἀγαπημένο, ἢ τὸ κάνουμε ἀγγαρεία καὶ λέμε: “Ὤχ! Τώρα ἔχω νὰ κάνω καὶ προσευχὴ καὶ κανόνα”; Τί λείπει καὶ νιώθουμε ἔτσι; Λείπει ὁ θεῖος ἔρως. Δὲν ἔχει ἀξία μιὰ τέτοια προσευχή. Ἴσως μάλιστα κάνει καὶ κακό… Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι ἐρωτευμένη μὲ τὸν Χριστό, εἶναι πάντα χαρούμενη κι εὐτυχισμένη, ὅσους κόπους καὶ θυσίες κι ἂν τῆς κοστίσει αὐτό… Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, αὐτὸς ὁ ἔρωτας, αὐτὸς ὁ ἐνθουσιασμὸς σὲ φέρνει καὶ στὸ μαρτύριο ἀκόμη. Σὲ κάνει νὰ μὴ λογαριάζεις τίποτα» (ἅγ.Πορφύριος). Ἐμεῖς; Τὸ ἔχουμε αὐτό;
Καλὴ ἑβδομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου