π. Δημητρίου Μπόκου
«Ερευνάτε τας γραφάς, …εκείναι εισίν αι μαρτυρούσαι περί εμού… Εάν πιστεύατε στον Μωυσή, θα
πιστεύατε και σε μένα. Περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν» (Ιω. 5, 39· 46).
Χωρίς περιστροφές ο Χριστός ξεκαθαρίζει μια για πάντα ότι οι Γραφές έχουν ως αντικείμενο το πρόσωπό του. Και όταν ο Χριστός ομιλεί
για Γραφές, εννοεί την Παλαιά Διαθήκη, εφόσον μόνο αυτή υπήρχε
τότε. Ο Μωυσής λοιπόν και οι λοιποί προφήτες δείχνουν σταθερά και αταλάντευτα
προς μια και μόνο κατεύθυνση, προς ένα και μοναδικό πρόσωπο, προς τον
προσδοκώμενο Μεσσία, τον ευλογημένο ερχόμενο «εν ονόματι Κυρίου» (βλ. ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 410, Σεπτ. 2017). Στις τελευταίες υποθήκες του
προς τους Ισραηλίτες ο Μωυσής προσανατολίζει το βλέμμα τους προς το πρόσωπο του
θείου αυτού απεσταλμένου, επισημαίνοντας: «Προφήτην
εκ των αδελφών σου ως εμέ αναδείξει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε» (Δευτ. 18,15).
Την πίστη αυτή και προσδοκία του Ισραήλ εκφράζει, επικροτεί και
επισφραγίζει η Καινή Διαθήκη. Επικυρώνει έτσι πανηγυρικά τον προεισαγωγικό
χαρακτήρα της Παλαιάς Διαθήκης. Ότι δηλαδὴ είναι αυτή που αποκαλύπτει σταδιακά
το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου (Θεία
Οικονομία), οδηγώντας και παιδαγωγώντας τους ανθρώπους στο να αποδεχθούν τον Χριστό.
«Γνωρίζω, λέγει η Σαμαρείτιδα Φωτεινή στον Χριστό, ότι “Μεσσίας έρχεται, ο λεγόμενος Χριστός. Όταν έλθη Εκείνος”, θα μας
ειπεί τα πάντα. Της λέγει ο Χριστός: “Εγώ ειμι” (ο Μεσσίας), που μιλάω τώρα μαζί σου» (Ιω. 4, 25-26).
Η Παλαιά Διαθήκη δηλαδή είχε αποβεί για τη Σαμαρείτιδα «παιδαγωγός εις
Χριστόν» (Γαλ. 3, 24). Και ο Χριστός ταυτίζει τον εαυτό του
με τον Μεσσία που προαναγγέλλεται στην Παλαιά Διαθήκη. Όλοι οι ιεροί συγγραφείς της
Καινής Διαθήκης, αλλά και ο ίδιος ο Χριστός, επιβεβαιώνουν ρητά, ότι στο
πρόσωπό του εκπληρώνονται «πάντα τα
γεγραμμένα εν τω νόμω Μωυσέως και Προφήταις και Ψαλμοίς περί αυτού» (Λουκ. 24, 44). Γι’ αυτό η κάθε ενέργεια του
Χριστού