Πίστευε, ἀγάπα, συγχώρα καί προχώρα στή ζωή σου..... .

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2024

Εργασία στον εαυτό μας


Εάν θέλης να βοηθήσης την Εκκλησία, είναι καλύτερα να κοιτάξης να διόρθωσης τον εαυτό σου, παρά να κοιτάς να διόρθωσης τους άλλους. Αν διόρθωσης τον εαυτό σου, αμέσως διορθώνεται ένα κομματάκι της Εκκλησίας.Εάν φυσικά αυτό το έκαναν όλοι, ή Εκκλησία θα ήταν διορθωμένη. Άλλα σήμερα οι άνθρωποι ασχολούνται με όλα τα άλλα θέματα εκτός από τον εαυτό τους. Γιατί το να ασχολήσαι με τον εαυτό σου έχει κόπο, ενώ το να ασχολήσαι με τους άλλους είναι εύκολο.
Εάν ασχοληθούμε με την διόρθωση του εαυτού μας και στραφούμε πιο πολύ στην «εσωτερική» δράση παρά στην εξωτερική, δίνοντας τα πρωτεία στην θεία βοήθεια, θα βοηθήσουμε τους άλλους περισσότερο και θετικότερα.
Επιπλέον θα έχουμε και την εσωτερική μας γαλήνη, ή οποία θα βοηθάη αθόρυβα τις ψυχές που θα συναντάμε, γιατί ή εσωτερική. πνευματική κατάσταση προδίδει την αρετή τής ψυχής και αλλοιώνει ψυχές. Όταν επιδίδεται κανείς στην εξωτερική δράση, πριν φθάση στην λαμπικαρισμένη εσωτερική πνευματική κατάσταση, μπορεί να κάνη κάποιον πνευματικό αγώνα, άλλα έχει στενοχώρια, άγχος, έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό, και συχνά χάνει την ηρεμία του. Εάν δεν κάνη καλό τον εαυτό του, δεν μπορεί να πη ότι το ενδιαφέρον του για το κοινό καλό είναι καθαρό. Όταν ελευθερωθή από τον παλαιό του άνθρωπο και από καθετί κοσμικό, έχει πλέον την θεία Χάρη, οπότε και ο ίδιος αναπαύεται, αλλά και κάθε είδους άνθρωπο αναπαύει. Αν όμως δεν έχη Χάρη Θεού, δεν μπορεί ούτε στον εαυτό του να επιβληθή ούτε τους άλλους να βοηθήση, για να φέρη θείο αποτέλεσμα. Πρέπει να βουτηχθή στην Χάρη και ύστερα να χρησιμοποιηθούν οι αγιασμένες πλέον δυνάμεις του για την σωτηρία των άλλων.
Άγιος Παΐσιος ο αγιορείτης 

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024

Η ΕΞΟΔΟΣ


 π. Δημητρίου Μπόκου

Οἱ μάγοι, «Περσῶν βασιλεῖς», ἄνθρωποι τῆς σοφίας, ἦλθαν «ἐξ ἀνατολῶν» καὶ προσκύνησαν τὸ νεογέννητο νήπιο τῆς Βηθλεέμ, τὸν Χριστό. Τοῦ πρόσφεραν τρία δῶρα συμβολικά, «χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν», μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἀναγνώριζαν ὡς βασιλέα καὶ Θεὸ ἐνανθρωπήσαντα. Μὲ τὸ χρυσάφι τὸν τίμησαν ὡς βασιλέα. Μὲ τὸ λιβάνι (θυμίαμα) ὡς Θεό. Καὶ μὲ τὴ σμύρνα (μύρο) ὡς ἄνθρωπο, ποὺ θὰ ὑφίστατο ὑπὲρ ἡμῶν θάνατο καὶ θὰ κατέβαινε στὸν τάφο, τυλιγμένος «σινδόνι καθαρᾷ καὶ ἀρώμασιν», καθὼς ἦταν τὸ «ἔθος τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν».
Καὶ οἱ μὲν μάγοι ἀναχώρησαν γιὰ τὴ χώρα τους, ἐνῶ ὁ Ἡρώδης τοὺς περίμενε ματαίως γιὰ νὰ τὸν πληροφορήσουν «περὶ τοῦ παιδίου».
Καὶ ὅταν εἶδε ὅτι «ἐνεπαίχθη», διέταξε τὴ φοβερὴ σφαγὴ τῶν νηπίων ἀπὸ δύο χρονῶν καὶ κάτω στὴ Βηθλεὲμ καὶ σὲ ὅλα τὰ περίχωρά της.
Ὁ Ἰωσὴφ ὅμως, πληροφορημένος ἀπὸ ἄγγελο Κυρίου, διέφυγε μὲ τὸ θεῖο βρέφος καὶ τὴν Παναγία στὴν Αἴγυπτο. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἡρώδη ἐπέστρεψαν ξανὰ καὶ κατοίκησαν στὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας.
Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία:

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2024

Μνήμη πατρός Αθανασίου Χατζή

 

Αχιλλέας Σύρμος 

Φιλόλογος

Τιμούμε σήμερα την μνήμη της προ τριετίας κοιμήσεως του αγαπημένου μας Γέροντα, πατρός Αθανασίου Χατζή της Ιεράς Μονής Δουραχάνης. Σε αυτά τα τρία χρόνια από την εκδημία του είμαι σίγουρος ότι όσοι τον γνωρίσαμε και τον ζήσαμε από κοντά ανακαλέσαμε στη σκέψη και στην ψυχή μας όλες τις στιγμές και τις εμπειρίες που συγκοινωνήσαμε στη διάρκεια της αγιασμένης του βιωτής. Πότε τον γνωρίσαμε για πρώτη φορά; Πότε και πόσες φορές ευεργετηθήκαμε από την επενέργεια της Χάριτος της οποίας υπήρξε χρυσόχροο δοχείο; Ποιες εικόνες και ποια περιστατικά μαζί του μας σημαδεύουν; Πόσες φορές με το βλέμμα του έκλεισε μέσα μας τη γαλήνη σαν κρυφό φιλοδώρημα κάτω απ’ το χέρι; Πότε συνειδητοποιήσαμε ότι η πορεία της ζωής μας βρίσκεται στην ευθύνη ενός φωτεινού πνευματικού κι ενός χαριτώνυμου Γέροντα; Τι είναι λοιπόν ένας Γέροντας; Αυτό το ερώτημα απασχολεί τον αφηγητή των Αδερφών Καραμαζόφ του Ντοστογιέφσκι στην αρχή του περιλάλητου μυθιστορήματος. Γέροντας, θα μας πει ο Ντοστογιέφσκι, είναι αυτός που παίρνει την ψυχή και την βούλησή μας μέσα στη δική του ψυχή και τη δική του βούληση. Μόνον εκείνος που έχει γνωρίσει έναν αληθινό Γέροντα μπορεί κάποτε να κατακτήσει την απόλυτη ελευθερία, την ελευθερία ν’ αποφύγει τη μοίρα εκείνων που έζησαν όλη τους τη ζωή και δεν βρήκαν τον εαυτό τους μέσα τους.

Ο πατήρ Αθανάσιος, ένα φτωχόπαιδο από τα βουνά της Βωβούσας, ένας άνθρωπος του ηπειρωτικού λαού, αξιώθηκε από τον Θεό να συνεχίσει με τη ζωή και το έργο του αυτή την μακρά παράδοση των γεροντάδων της Ορθοδοξίας που προσελκύουν τους απλούς ανθρώπους αλλά και τους διακεκριμένους ταγούς για να εξομολογήσουν τις αμφιβολίες και τις αμαρτίες τους, να θεραπεύσουν τις ψυχικές και υπαρξιακές τους προκλήσεις και να παρηγορήσουν τα συναισθηματικά τους αδιέξοδα όταν το πένθος, η απώλεια και ο ανθρώπινος πόνος παραμένουν για τον κόσμο της επιστήμης και της κοινωνίας ανίατες πληγές. Ο Γέροντάς μας με την παρορμητική του γενναιοδωρία και το αγιομίμητο παράδειγμα είναι αυτός που χάριτι Θεού μετέτρεπε την επίγεια καθημερινή φθορά σε ουράνια αφθαρσία.

Είμαστε όλοι σήμερα εδώ, σ’ αυτό το μικρό παραλίμνιο χωριό του, στο αγαπημένο του μοναστήρι, μάρτυρες της μνήμης ενός θαύματος, ενός θαύματος που μας εμπεριέχει κάθε φορά που τον θυμόμαστε να μας προσφέρει τον εαυτό του ως αντίδωρο ευλογίας και ως θυσιαστικό ολοκαύτωμα. Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΓΥΡΩ ΜΑΣ


π.Δ.Μπόκου


Μιὰ θαυμάσια παραβολὴ εἶπε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ δείξει ὅτι μπροστὰ στὸν Θεὸ ὁ πλούσιος δὲν ἔχει κανένα πλεονέκτημα, ἀλλὰ καὶ ὁ φτωχὸς κανένα μειονέκτημα. Ἕνας πλούσιος, ἀνώνυμος γιὰ τὸν Θεό, πέρασε τὴ ζωή του μὲ ἄνεση, ἐνῶ ἕνας φτωχός, ὁ Λάζαρος, ἔζησε στὴν ἀπόλυτη στέρηση, ριγμένος στὴν πόρτα τοῦ πλούσιου.
Μετὰ θάνατον ὅμως ἡ κατάσταση ἀντιστράφηκε ἄρδην. Ὁ πλούσιος βρέθηκε στὴ φλόγα καὶ τὰ βάσανα τοῦ Ἅδη, ἐνῶ ὁ Λάζαρος στὴν ἄνεση καὶ τὴ χαρὰ τοῦ Παραδείσου, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραὰμ (Κυριακὴ Ε΄ Λουκᾶ).
Ὁ πλούσιος δὲν ἔκανε κάποιο εἰδικὸ κακὸ στὸν Λάζαρο. Ἁπλῶς τὸν ἀγνόησε. Δὲν θεώρησε πὼς ἄξιζε νὰ ἀσχοληθεῖ μαζί του. Εἶχε τὴ δική του ἀξιολογικὴ κλίμακα γιὰ τὸν καθένα. Μπροστά του δὲν εἶχαν ὅλοι τὴν ἴδια ἀξία. Διαβάθμιζε τοὺς ἀνθρώπους μὲ κριτήρια διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὰ τοῦ Θεοῦ.

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ ΚΑΙ Η ΚΟΠΕΛΑ




π. Δημητρίου Μπόκου
Στὴν πόλη Ναΐν ὁ Χριστὸς ἔρχεται ἀντιμέτωπος μὲ αὐτὸ ποὺ ἡ
ἁμαρτία δώρισε στὸν ἄνθρωπο, τὸν θάνατο. Ἕνα νέο παιδί, ὁ
μονογενὴς υἱὸς μιᾶς χήρας, εἶναι στὸ φέρετρο. Ἡ μάνα του θρηνεῖ ἀπαρηγόρητη. Ὁ θάνατος τοῦ νέου παιδιοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ πόνος τῆς μάνας συνταράζουν βαθιὰ τὰ σπλάχνα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν δημιούργησε τὰ πλάσματά του γιὰ νὰ καταντοῦν σ’ αὐτὴ τὴν τραγωδία. Τὰ ἔφτιαξε γιὰ νὰ ζοῦν, ἀνώδυνα, χαρούμενα, παντοτινά. Δὲν εἶχε σχεδιάσει θάνατο. Πλησιάζει αὐτόβουλα τὴ χαροκαμένη μάνα καὶ τῆς λέει νὰ μὴν κλαίει ἄλλο. Καὶ γυρίζοντας ἀμέσως πρὸς τὸ νεκρὸ παιδί, τὸ ἀνασταίνει μὲ μιὰ κουβέντα καὶ ἕνα ἄγγιγμα (Κυριακὴ Γ΄ Λουκᾶ).
Ὁ θάνατος φαίνεται νὰ συντρίβει κυριολεκτικὰ τὴ ζωή. Εἶναι
ὅμως ἔτσι; Εἶναι ἀσύλληπτο στὴ λογικὴ τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Τὸ μυαλό μας ἀρνεῖται νὰ δεχτεῖ ἐπιστροφὴ στὴ ζωὴ μετὰ τὸν θάνατο, ἢ ὅτι ὑπάρχει συνέχειά της μετὰ τὸ βιολογικὸ τέλος. Τὸ θεωροῦμε παράλογο. Ὁ Χριστὸς λέει ὅτι εἶναι ὑπέρλογο. Ξεπερνάει τὴ λογική μας. Ὄχι παράλογο. Αὐτὰ ὅμως τὰ καταλαβαίνουμε μόνο, ἂν τὰ ζήσουμε. Διηγεῖται ὁ ἁγιορείτης γέροντας Νίκων:
Ἕνας ταξιτζὴς στὴν Ἀθήνα παίρνει ἀπὸ τὸ «Ἐλευθέριος Βενιζέλος» μιὰ κοπέλα, τὴν πηγαίνει σπίτι της στὴν Καλλιθέα.
Συζητάγανε στὸν δρόμο, μοῦ λέει, πραγματικὰ καλλιεργημένη, μορφωμένη, ἀξιόλογη κοπέλα. Φτάνουν στὸ σπίτι της, κοιτᾶνε τὸ ταξίμετρο, ἀνοίγει τὸ πορτοφόλι της, δὲν φτάνανε.
-Συγγνώμην, λέει, ἔρχομαι. Κατεβαίνει κάτω, τὴ βλέπει, μπαίνει σπίτι καὶ περίμενε. Περίμενε, περίμενε, περίμενε…, λέει, τί ἔγινε; Μὲ ξέχασε; Κατεβαίνει, χτυπάει τὴν πόρτα, βγαίνει μιὰ γυναίκα μὲ μαῦρα.
Λέει, συγγνώμην, τὰ λεφτὰ γιὰ νὰ φύγω. -Ποιὰ λεφτά; λέει ἐκείνη.

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

Τά δάκρυα τοῦ Θεοῦ




π . Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ
 
Διακόπτεται μὲ τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως ἡ κανονικὴ ροὴ
τῶν Κυριακῶν τοῦ Ματθαίου ποὺ ξεκινούν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων. Τὸ σχετικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου προανακρούει τὴν ὕψωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, δηλαδὴ τὸν σταυρικό του θάνατο, ὅπως εἶχε προαναγγείλει ὁ Μωυσῆς ὑψώνοντας τὸν χάλκινο ὄφι στὴν ἔρημο. Καὶ ὅλο αὐτὸ ἔχει τὴν πηγή του στὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν διστάζει νὰ θυσιάσει «τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον».

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς ξεπερνάει τὰ ἀνθρώπινα ὅρια. Εἶναι
ἀσύλληπτο τὸ μέγεθός της, δὲν μπορεῖ νὰ ὑποταχθεῖ στὴν ἀντιληπτική μας δυνατότητα.

Μόνο δυὸ πράγματα δὲν ἔχουν ποτὲ τὸ τέλος τους:
Τὸ γαλάζιο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῦ Δημιουργοῦ τὸ ἔλεος, γράφει ἡ ρωσίδα ποιήτρια Ἄννα Ἀχμάτοβα. Ἕνας Θεὸς ποὺ ἐπιλέγει νὰ γίνει ἄνθρωπος, ποὺ ὑποφέρει, ποὺ ἀδειάζει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο του γιὰ νὰ γίνει πλήρως προσιτὸς σ’ ἐμᾶς, εἶναι κάτι ποὺ καμμιὰ θρησκεία, καμμιὰ φιλοσοφία δὲν τόλμησε ποτὲ νὰ ἐπινοήσει καὶ νὰ παρουσιάσει.

Ὁ Θεὸς ἐπιλέγει μὲ μιὰ ἀπίστευτη ἀγαπητικὴ κίνηση νὰ ταυτισθεῖ ἀπόλυτα μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὄχι μὲ ἀνθρώπους ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν, ἀλλὰ ποὺ τὸν μισοῦσαν. Ἀνθρώπους

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2024

«Ἐπί σοὶ χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις»

 





μύητοι, ἄπιστοι, ἀκατάνυχτοι, εἴμαστε οἱ πιό πολλοί σήμερα, τώρα πού ἔπρεπε νά προσπέσουμε μέ δάκρυα καυτερά στήν Παναγία καί νά ποῦμε μαζί μέ τό Θεόδωρο Δούκα τό Λάσκαρη, πού σύνθεσε μέ συντριμμένη καρδιά τόν παρακλητικό κανόνα: «Ἐκύκλωσαν αἱ τοῦ βίου με ζάλαι ὥσπερ μέλισσαι κηρῖον, Παρθένε». «Σάν τά μελίσσια πού τριγυρίζουνε γύρω στήν κερήθρα, ἔτσι κ’ ἐμένα μέ ζώσανε οἱ ζαλάδες τῆς ζωῆς καί πέσανε ἀπάνω στήν καρδιά μου καί τήν κατατρυπᾶνε μέ τίς φαρμακερές σαΐτες τους. Ἄμποτε, Παναγία μου, νά σέ βρῶ βοηθό, νά μέ γλυτώσεις ἀπό τά βάσανα».

Μά ποιός ἀπό μᾶς γυρεύει βοήθεια ἀπό τήν Παναγία, ἀπό τό Χριστό κι’ ἀπό τούς ἁγίους; Γυρεύουμε βοήθεια ἀπό τό κάθε τί, παρεκτός ἀπό τό Θεό. Ἀλλά τί βοήθεια μποροῦνε νά δώσουνε στόν ἄνθρωπο τά εἴδωλα τά λεγόμενα «ἐπιστήμη» καί «τέχνη»; Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ ἀναχωρητής λέγει: «Σ’ ὅλους τοὺς δρόμους πού πορεύονται οἱ ἄνθρωποι σέ τοῦτον τόν κόσμο δέ βρίσκουν σέ κανένα τήν εἰρήνη, ὥς πού νά σιμώσουμε στήν ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοίμονο, οἱ πιό πολλοί ἄνθρωποι εἶναι «οἱ μή ἔχοντες ἐλπίδα», ὅπως λέγει ὁ Παῦλος. Ὅποιος δέν ἔχει τήν πίστη μέσα στήν καρδιά του, τί ἐλπίδα μπορεῖ νάχει; Ὅπου ν’ ἀκουμπήσει ὅλα εἶναι σάπια. Γι’ αὐτό κι’ ὁ ὑμνογράφος πού εἴπαμε, λέγει στήν Παναγία: «Ἀπορήσας ἐκ πάντων, ὀδυνηρῶς κράζω σοι. Πρόφθασον, θερμή προστασία, καί τήν βοήθειαν, δός μοι τῷ δούλῳ σου τῷ ταπεινῷ καί ἀθλίῳ». «Ὅλα, λέγει τά δοκίμασα, μά κανένα πράγμα δέ μπόρεσε νὰ μέ ξαλαφρώσει. Γιά τοῦτο φωνάζω ἐσένα μέ θρῆνο πικρό, καί λέγω: Πρόφτασε καί δῶσε τή βοήθειά σου σέ μένα τόν ταπεινό κι’ ἄθλιο δοῦλο σου».

Ἡ Παναγία εἶναι ἡ ἐλπίδα τῶν ἀπελπισμένων, ἡ χαρά τῶν πικραμένων, τό ραβδί τῶν τυφλῶν, ἡ ἄγκυρα τῶν θαλασσοδαρμένων, ἡ μάνα τῶν ὀρφανεμένων.

Κυριακή 28 Απριλίου 2024

Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα


π . Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ


Μὲ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων κλείνει ὁ κύκλος τῶν ἕξι ἑβδομάδων τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καὶ μπαίνουμε στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα (συνολικὰ 49 ἡμέρες νηστείας). Εἶναι μεγάλη ἡ ἑβδομάδα αὐτή, ὄχι γιατὶ ἔχει διαφορετικὴ χρονικὴ διάρκεια ἀπὸ τὶς ἄλλες, ἀλλὰ ἐπειδὴ συντελέστηκαν κατ’ αὐτὴν τὰ συγκλονιστικότερα συμβάντα τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, τὰ πρωτόγνωρα γεγονότα τοῦ σχεδίου τῆς θείας Οἰκονομίας, τὰ φρικτὰ Πάθη, ἡ θεόσωμος ταφὴ καὶ ἡ εἰς Ἅδου κάθοδος τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἡ λαμπροφόρος Ἀνάστασή του. Ὅλα αὐτὰ δηλαδή, διὰ τῶν ὁποίων «τῆς φθορᾶς τὸ ἡμέτερον γένος ἀνακληθέν, πρὸς αἰωνίαν ζωὴν μεταβέβηκεν».

Ὁ Χριστὸς εἰσέρχεται στὴν ἁγία πόλη Ἱερουσαλὴμ ἐπευφημούμενος ὡς βασιλεύς, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ βασιλεία του «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Δὲν ἔρχεται γιὰ νὰ καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης, ὅπως οἱ ἐπίγειοι βασιλεῖς. Εἶναι ὁ «ἐρχόμενος ἐπὶ τὸ ἑκούσιον πάθος». Ἐπευφημήθηκε καὶ
ὑμνήθηκε ὡς «ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ».
Ἀλλὰ ἔρχεται κατ’ οὐσίαν «ταπεινούμενος», όχι δοξαζόμενος, «ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου», γιὰ νὰ ἑτοιμάσει «τὴν ἐν ὑψίστοις καθέδραν» γιὰ ὅσους τὸν ἀγαποῦν.

Δὲν προσπαθεῖ, ὅπως ἐμεῖς, ἀπὸ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος νὰ γίνει
σπουδαῖος καὶ τρανός. Ἡ πορεία του

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

«Συγχωρεμένος ναι αλλά μετανοημένος;»

 





Μάλωσες με έναν άνθρωπο
και είπες λόγια σκληρά,
κοφτερά σαν μαχαίρι δίστομο
και τότε είναι που οι τύψεις σε οδηγούν
στην πόρτα του εξομολόγου…..
Πραγματικά λυπάσαι
και εξαγορεύεσαι το λάθος σου
στο πετραχείλι του πνευματικού
και ενώ λαμβάνεις την συγχώρεση
συμβαίνει το εξής περίεργο:
Παρότι φεύγεις αναπαυμένος
εν τούτοις δεν νοιώθεις και πολύ διαφορετικά….
Εξακολουθείς να αισθάνεσαι
την ίδια απέχθεια προς εκείνον….
Δεν άλλαξε το βλέμμα της ψυχή σου….


Γιατί αναρωτιέσαι αφού
ζήτησα συγνώμη απ’ τον Θεό
(ακόμα ακόμα κι από τον ίδιον τον άνθρωπο);
Στο μυστήριο της εξομολογήσεως
ναι συγχωρείται η αμαρτία που έγινε
αλλά δεν θεραπεύεται
το πάθος που είναι η αιτία της «μόλυνσης»…..
Το θέμα δεν είναι τα χείλη
να ζητήσουν την συγνώμη
(που εδώ που τα λέμε μερικά
δυσκολεύονται κι αυτήν να πούνε ακόμα)
αλλά

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

«…ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με»



ἱερὸς Ψαλμωδὸς βλέποντας ὅτι ἁ­μαρτάνει κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα τῆς ζωῆς του καὶ παρατηρώντας τὶς προσ­βολὲς τῶν πονηρῶν λογισμῶν ποὺ διαδέχονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀναφωνεῖ: «παραπτώματα τίς συνήσει; ἐκ τῶν κρυ­φίων μου καθάρισόν με» (Ψαλ. ιη΄ [18] 13). Πόσο ἐλλιπεῖς εἴμαστε στὴν τή­­ρηση τοῦ νόμου σου, Κύριε! Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀ­ντι­ληφθεῖ τὰ παραπτώματα ποὺ διαπράττει ἀκουσίως, χωρὶς νὰ τὸ πάρει εἴ­δηση; Ἀπὸ αὐτὰ τὰ κρυφὰ παραπτώματά μου, τὰ ὁποῖα δὲν ἔπεσαν στὴν ἀντίληψή μου, καθάρισέ με, Κύριε.

Ποιὰ εἶναι τὰ «κρύφια» ἁμαρτήματά μας; Σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς ἑρμηνευτὲς «κρύφια» ἁμαρτήματα μποροῦν νὰ εἶναι κι αὐτὰ ποὺ διαπράττονται κρυφά, μακριὰ ἀπὸ τὰ βλέμματα τῶν συνανθρώπων μας, «τὰ κρυφίως πραττόμενα».
Ἀλλὰ ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς δὲν ἀναφέρεται τόσο σ᾿ αὐτά. Ἀναφέρεται στὶς ἄτακτες ὁρμές, τὶς κινήσεις τῶν παθῶν, τὰ ἀπρόσ­εκτα βλέμματα, τὶς ἐφάμαρτες ἐπιθυμίες, τὶς ἔνοχες διαθέσεις, τὰ ἐγωιστικὰ θε­λήματα, στὰ ὁποῖα πέφτουμε καθημερινῶς, ἀλλὰ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε, τὰ ἀφήνουμε καὶ φεύγουν τελείως ἀπαρατήρητα.

Ὅλα αὐτὰ τὰ ἁμαρτήματά μας, ποὺ δὲν γίνονται τὶς περισσότερες φορὲς ἀν­τιληπτά, ἀποθηκεύονται «εἰς τὰ λεγόμενα ταμιεῖα τῆς ψυχῆς» καὶ τὴ μολύνουν. Ἀλήθεια, τί ἁμαρτωλότητα κρύβει τὸ βά­­θος τῆς καρδιᾶς μας! «Βαθεῖα ἡ καρδία παρὰ πάντα, καὶ ἄνθρωπός ἐστι· καὶ τίς γνώσεται αὐτόν;» (Ἰεζ. ιζ΄ [18] 9). Ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι βαθιά, ἀφανής, ἄγνωστη καὶ ἀνεξερεύνητη περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο πράγμα. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸν γνωρίσει;

Τὰ «κρύφια» ἁμαρτήματά μας, ὅταν χρο­νίζουν στὸ ἐσωτερικό μας, γίνον­ται πάθη. Πολλὰ ἀπὸ τὰ πάθη αὐτὰ εἶ­ναι τόσο λεπτὰ καὶ δυσδιάκριτα, ποὺ δὲν ὑπο­πίπτουν κἂν στὴν ἀντίληψή μας.


Γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ βιβλίο του «Ἀόρατος πόλεμος» ὅτι «μέσα εἰς τὸ βάθος τῆς καρδίας μας

Μιὰ ὀρθόδοξη θεώρησι τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Θεόδωρο Ντοστογιέφσκυ

 

Τὸ παρὸν κείμενο ἀποτελεῖ ἕνα ἀπάνθισμα τῆς ὁμιλίας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
πρώην Ἐρζεγοβίνης (τῆς Σερβίας) κ. Ἀθανασίου Γέφτιτς, μὲ θέμα:
«Παπαδιαμάντης – Ντοστογιέφκσυ», εἰς τὴν Ἀθήνα τὴν 26η Μαΐου τοῦ 2001

Μόλις εἶχε τελειώσει ὁ Α´ Παγκόσμιος Πόλεμος καὶ εἶχε καταρρεύσει ἡ Γερμανία, ἐνῷ οἱ Μπολσεβίκοι στὴν Ρωσσία εἶχαν νικήσει, ὁ γερμανὸς (λογοτέχνης) Χέρμαν Ἔσσε ἔγραφε, σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα κείμενά του (1919), γιὰ τὸν Ντοστογιέφσκυ περίπου τὰ ἑξῆς: «Αὐτὸς εἶναι ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν Δύσι. Οἱ ἥρωές του, οἱ Καραμαζώφ, εἶναι ἀνατολικοὶ τύποι, πολὺ ἐπικίνδυνοι, σκοτεινοί, μὲ ἀσιατικὸ βάθος καὶ ἀποτελοῦν ἄμεσο κίνδυνο γιὰ τὸν δυτικὸ ἄνθρωπο». Αὐτὴ ἡ πόλωση, «Ἀνατολικοὶ – Δυτικοί», ποὺ ἔβλεπε τότε ὁ Ἔσσε, τὴν ἔχουν λίγο-πολὺ καὶ σήμερα οἱ περισσότεροι, ποὺ γράφουν γιὰ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους λαούς…

Εἶναι, ὅμως, τραγικὴ εἰρωνεία τῆς ἱστορίας ὅτι ὁ Χ. Ἔσσε, ἀφοῦ πέρασε καὶ ὁ Β´ Παγκόσμιος Πόλεμος καὶ πάλι οἱ Γερμανοὶ ἠττήθησαν στὰ Βαλκάνια, ἔγινε βουδδιστής, δηλαδὴ ἄκρως Ἀνατολικός. Καὶ διερωτᾶται κανείς, μήπως οἱ λεγόμενοι Δυτικοὶ εἶναι πιὸ κοντὰ στοὺς ἄπω Ἀνατολίτες, παρὰ σὲ μᾶς ἐδῶ τοὺς κοντινοὺς Βαλκάνιους. Ὅμως, ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, ὄχι μόνο ποὺ δὲν εἴμαστε Δυτικοί, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ Ἀνατολικοί του Ἔσσε· δὲν εἴμαστε Εὐρωπαῖοι τοῦ Ἔσσε, ἀλλ᾿ ἀκόμη λιγότερο Ἀσιάτες του.

Οἱ ἥρωες τοῦ Ντοστογιέφσκυ καὶ τοῦ Παπαδιαμάντη δὲν κατατάσσονται στὰ σχήματα αὐτά, οὔτε ἐξηγοῦνται ἀπὸ αὐτά: «Ἀνατολὴ-Δύσι, Εὐρώπη-Ἀσία, Ἀνατολικοί-Δυτικοί». Ἡ γεωγραφικὴ καὶ πνευματικὴ πατρίδα τους, ἀλλὰ καὶ ἡ δική μας, εἶναι ἡ Ἀνατολικὴ Μεσογειακὴ λεκάνη μὲ τὰ περίχωρά της, ὅπου περιλαμβάνονται ἡ χερσόνησος τοῦ Αἴμου, τὰ Βαλκάνια (ἀλλὰ καὶ ἡ Ρωσσία), ἡ Μ. Ἀσία, ἡ Παλαιστίνη, ἡ Μεσοποταμία, ἡ Αἴγυπτος, ἡ Β. Ἀφρικὴ καὶ ἡ Ν. Ἰταλία, δηλαδὴ ἡ γεωγραφικὴ καὶ πνευματικὴ περιοχὴ τοῦ Βυζαντίου, ὅπου γεννήθηκε ὁ Χριστιανισμός, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀρχαῖος ἑλληνικὸς πολιτισμός, καὶ ὅπου γεννήθηκε καὶ ἀναπτύχθηκε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μὲ τὴν παράδοσί της τὴν ζωντανή.

Τὰ πρόσωπα, ποὺ βρίσκομε στὰ ἔργα τοῦ Ντοστογιέφσκυ καὶ τοῦ Παπαδιαμάντη, δὲν μπαίνουν καὶ δὲν ἐξηγοῦνται στὰ πλαίσια αὐτά: «Ἀνατολή-Δύσι», οὔτε στὴν πόλωσι αὐτήν: «Εὐρώπη-Βαλκάνια». Ὄχι πῶς δὲν εἶναι καὶ Ἀνατολικοὶ καὶ Δυτικοί, ἀλλὰ δὲν ἐξαντλοῦνται σ᾿ αὐτὸ τὸ σχῆμα, ὅπως δὲν ἐξαντλούμεθα ἐμεῖς σήμερα μὲ τὸ νὰ χωριζώμεθα σὲ Εὐρωπαίους καὶ Βαλκάνιους…

Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ὁ Ντοστογιέφσκυ γεννήθηκαν

Ὁ νοσφισμὸς τοῦ χαρίσματος




 
π . Δημητρίου Μπόκου

Στὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων ἕνας οἰκοδεσπότης (ὁ Θεὸς) μοίρασε τάλαντα (χαρίσματα) σὲ τρεῖς δούλους του, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀξία καὶ τὶς δυνατότητες τοῦ καθενός. Στὸν πρῶτο ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν δεύτερο δύο καὶ στὸν τρίτο ἕνα. Ὁ πρῶτος, ἀξιοποιώντας αὐτὰ ποὺ ἔλαβε, κέρδισε ἄλλα πέντε, ὁ δεύτερος ἄλλα δύο, ἀλλὰ ὁ τρίτος δὲν ἐκμεταλλεύτηκε καθόλου τὸ τάλαντό του. Τὸ ἔθαψε μόνο στὴ γῆ καὶ ὅταν κλήθηκαν ὅλοι νὰ ἀποδώσουν λογαριασμό, οἱ δυὸ πρῶτοι βραβεύτηκαν, ἐνῷ ὁ τρίτος κατακρίθηκε (Κυριακὴ ΙΣΤ ́ Ματθαίου).
Εἶναι λογικὸ νὰ βραβεύεται ὅποιος ἀξιοποιεῖ τὰ τάλαντα, τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπίσης καὶ τὸ νὰ κατακρίνεται καὶ νὰ καταδικάζεται ὅποιος θάβει τὸ ταλέντο του καὶ δὲν τὸ ἀξιοποιεῖ γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Παρατηροῦμε ὅμως καὶ μιὰ τρίτη πρακτική, ποὺ ἀκολουθεῖται ἀπὸ πολλούς, πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι τὸ συχνότατο φαινόμενο νὰ προσπαθοῦν πολλοὶ ἄνθρωποι ἀτάλαντοι νὰ ἐπιδείξουν ἱκανότητες ποὺ δὲν ἔχουν, νὰ οἰκειοποιοῦνται χαρίσματα ποὺ δὲν τοὺς δόθηκαν. Ἐντελῶς αὐθαίρετα

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024

Τό βλέμμα τοῦ Χριστοῦ


 
π. Δ. Μπόκου
 
Χριστὸς περιόδευε στὴν Ἱεριχώ. Ὁ Ζακχαῖος, ἀρχιτελώνης τῆς πόλης, ἔχοντας συσσωρεύσει πολὺ πλοῦτο ἀπὸ ἀδικία, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ δεῖ τὸν Χριστό. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό, ἐπειδὴ ἦταν κοντός, ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομουριά, δέντρο συνηθισμένο στὰ μέρη ἐκεῖνα. Ὁ Χριστὸς σταμάτησε μπροστά του, ἔριξε τὸ βλέμμα του πάνω του καὶ τοῦ εἶπε: «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατὶ σκοπεύω σήμερα νὰ φιλοξενηθῶ στὸ σπίτι σου» (Κυριακὴ ΙΕ ́ Λουκᾶ).

Πόσο τυχερὸς ὁ Ζακχαῖος! Ὁ Χριστὸς ἔβλεπε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ποὺ τὸν περικύκλωναν, ἀλλὰ τὸ βλέμμα του στάθηκε μόνο στὸν Ζακχαῖο. Γιατὶ διέκρινε στὴν καρδιά του κάτι καλό. Ὁ Ζακχαῖος τὴν ὥρα ἐκείνη βρισκόταν σὲ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπάρχει τίποτε κρυφό. Ἔχει θρόνο του τὸν οὐρανὸ ὁ Θεός,
ἀλλὰ βλέπει τὰ πάντα πάνω στὴ γῆ. «Ἐξ οὐρανοῦ ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος, εἶδε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων». Ἀπὸ τὸ μεγαλόπρεπο οὐράνιο κατοικητήριό του ἐπιβλέπει «ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν» (Ψαλμ. 32, 13-14).
Λέμε ὅτι ὁ ἥλιος φωτίζει τὰ πάντα καὶ ὅμως οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι «μυριοπλασίως ἡλίου φωτεινότεροι,

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

Ἡ ἀνίκητη ἐλπίδα

 


Η ανίκητη ελπίδα

Χρήστος Χρηστοβασίλης

Ανήμερα τα Φώτα, το δειλινό της παραμονής του Αϊ- Γιαννιού, η κάκω η Μήτραινα, σαν όλες τις παραμονές του Αϊ-Γιαννιού, έσφαξε μια παχιά και μεγάλη κότα, από τες δέκα-δώδεκα κοτούλες που είχε στην πλατύχωρη αυλή της, τη ζεμάτησε, τη μάδησε και την έβαλε να βράσει ακέρια, μέσα σ' ένα κακάβι, συγύρισε το σπιτοκάλυβό της, έστρωσε στην κορφή της παραστιάς τη νυφιάτικη την προκόβα της, έδεσε τη γκρινιάρα της τη σκύλα στην κρικέλα, και περίμενε, σαν όλες τις παραμονές του Αϊ- Γιαννιού, να' ρθει ο ξενιτεμένος της ο Γιάννης, ξημερώνοντας του Αϊ-Γιαννιού.

Αυτή η ιστορία εξακολουθούσε χρόνια και χρόνια.

Ήταν ακόμη νια η κάκω η Μήτραινα, όταν χήρα πεντάμορφη και πεντάρφανη, ξεκίνησε τον μονάκριβό της τον Γιάννη για την έρημη την ξενιτιά. Δεν είχε ακόμα άσπρη τρίχα στα κατάμαυρα και σγουρά μαλλιά της, όταν τον φίλησε για ύστερη φορά, και τον είδε ψηλά από τη ραχούλα, από τ' αγνάντια απάνω, με δακρυόπνιχτα μάτια, να χάνεται στο μάκρος του δρόμου, και να γίνεται άφαντος. Χρόνια και χρόνια από τότε η δόλια η κάκω Μήτραινα περνούσε τη ζωή της μονάχη στο σπιτοκάλυβό της, έχοντας για μόνη συντροφιά της τους τέσσερους τοίχους, το εικόνισμα, τη στια, μια γίδα, μια γάτα, μια σκύλα και καμιά δεκαριά κότες, μ' έναν όμορφο πετεινό, που της χρησίμευε κάθε πρωί σαν ωρολόγι, να την ξυπνάει για ν' ανάβει τη φωτιά της και ν' αρχινάει το εργόχειρο της: ρόκα ή πλέξιμο ή μπάλωμα ή για να πηγαίνει στο λόγγο να ζαλκώνεται και να κουβαλάει ξύλα.

Τα νιόπαιδα του χωριού πήγαιναν κι έρχονταν στην ξενιτιά, ποιο σε τρία, ποιο σε τέσσαρα και ποιο σε πέντε χρόνια, το βαρύ-βαρύ, αλλ' ο Γιάννης της κάκως της Μήτραινας ούτε φαίνονταν, ούτε ακούονταν πουθενά! Όλος ο κόσμος τον θωρούσε χαμένο και ο προεστός του χωριού τον ξέγραψε από το δεφτέρι του, για να μη πληρώνει η κακομοίρα η κάκω Μήτραινα το χαράτσι του. Και όμως η κάκω η Μήτραινα έσχισε τα ρούχα της, άμα έμαθε ότι της ξέγραψε ο προεστός το παιδί της, και πήγε στο σπίτι του και τον έκανε απ' άσπρου.

 

—Ακούς εκεί, έλεγε βγαίνοντας από του προεστού, να μου σβήσει το παιδί μου! Τι τον μέλλ' αυτόν, σαν πληρώνω εγώ; Να σβήσ' το κεφάλι του ο παλιάνθρωπος! Κακό χρό... να μην έχει!

 

Είχε πάντα την καρδιά της γεμάτη ελπίδα, ελπίδα ζουρλή και παράλογη, και της φαίνονταν ότι το παιδί της ήταν γερό και καλά, ότι κέρδαινε χρήματα με το σωρό, ότι απόχτησε χρήματα, κι ότι βρίσκεται στο δρόμο να 'ρχεται. Ζούσε η καημένη με τ' αργατικό, πότε στ' αμπέλια και πότε στα χωράφια των χωριανών της, κι ενώ όλος ο κόσμος τη συμπονιόνταν, αυτή δεν το 'βανε κάτω, αλλ' απολογιόνταν με θυμό;

—Μπα! και ποιος σας πληρώνει να μου τραβάτε την αγκούσα; Μη σας πέρασ' από την ιδέα ότι χάθηκε το παιδί μ' και δεν θα μόρθ; Αυτό ζει και βασιλεύει, δόξα σ' ο Θεός! Έτσι μου λέει η ελπίδα, πόχω εδώ μέσα στην καρδιά μ'!

Κάθε δειλινάκι, χειμών' καλόκαιρο, όταν έτρεμε ο ήλιος να βασιλέψει, άφηνε την αργατιά της και γνέθοντας πήγαινε ψηλά στη ραχούλα, στ' αγνάντια του χωριού, που δίνουν στο μάτι μεγάλο δρόμο, κι εκεί κάθονταν κι αγνάντευε τη στράτα, ως μια ώρα μακριά, όσο έκοβε το μάτι της, και με ανίκητη ελπίδα ακολουθούσε τους διαβάτες που έρχονταν και μοναχοκουβέντιαζε:

 

—Να! αυτός είναι! Αυτός ο καβαλάρης! Κοίτα πώς τρέχει το μουλάρι του! Καλώς όρισες, παιδί μ'! Καλώς -τα μάτια σ' τα δυο!

Και ξεφώνιζε κι άνοιγε την αγκαλιά της

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023

Ἐσὺ τὶ μάσκα φορᾶς;

 


  Χριστὸς θεραπεύει μιὰ γυναίκα ποὺ γιὰ δέκα ὀκτὼ χρόνια ἦταν συγκύπτουσα, διπλωμένη στὰ δυό, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ σηκώσει τὸ κεφάλι της καὶ νὰ δεῖ κατὰ πρόσωπο ἄνθρωπο. Ἐπειδὴ ἡ θεραπεία ἔγινε Σάββατο, ὁ ἀρχισυνάγωγος ἀγανάκτησε, θεωρώντας ὅτι ὁ Χριστὸς παραβίασε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου ποὺ ὅριζε ὁ Μωσαϊκὸς νόμος. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲ δίστασε καθόλου νὰ τὸν ὀνομάσει ἀμέσως ὑποκριτὴ
(Κυριακὴ Ι ́ Λουκᾶ).
Αὐτὸ ἔγινε ἐπειδὴ ὁ ἀρχισυνάγωγος, κάτω ἀπὸ τὴ φαινομενική του θεοσέβεια, ἔκρυβε τὸν φθόνο του γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν προσπάθειά του νὰ βρεῖ κάποια ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσει καὶ νὰ τὸν παρουσιάσει στὰ μάτια τοῦ λαοῦ ἀναξιόπιστο διδάσκαλο, ἁμαρτωλὸ καὶ παραβάτη τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἀντιμετώπιζε γενικὰ μὲ μεγάλη ἐπιείκεια καὶ εὐσπλαχνία κάθε ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, στὴν

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023

ΑΙΣΘΗΣΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ




π . Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ
«Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» Εἶναι τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀπευθύνει ἕνας πλούσιος ἄρχοντας στὸν Ἰησοῦ (Κυριακὴ ΙΓ ́ Λουκᾶ).
Ἀλλὰ ταυτόχρονα εἶναι τὸ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Σύμπασα ἡ ἀνθρωπότητα σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, ὅλοι οἱ πολιτισμοί, ὅλες οἱ θρησκεῖες, στάθηκαν μὲ ἰδιαίτερο προβληματισμὸ μπρὸς στὸ μεγάλο ἐρώτημα: Ὑπάρχει αἰώνια ζωή; Ὑπάρχει ἀθανασία; Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ τὴν κληρονομήσει ὁ ἄνθρωπος;

Ἡ μεγάλη τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ ζωή του ἔχει ἡμερομηνία λήξης. Ὅσα σχεδιάζει, ὅσα ὀνειρεύεται, ὅσα ἐλπίζει, συντρίβονται τελικὰ ἀπὸ τὸν θάνατο. «Ἐπελθὼν γὰρ ὁ θάνατος, ταῦτα πάντα ἐξηφάνισται». Ἡ συνειδητοποίηση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, τοῦ τέλους τῶν πάντων, εἶναι ἕνα δυσβάστακτο φορτίο, στὴ σκιὰ τοῦ ὁποίου ὀφείλει νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος. Ποικίλλουν βέβαια καὶ οἱ λύσεις ποὺ προτάθηκαν γιὰ νὰ ὑπερκερασθεῖ τὸ ἀποτρόπαιο γεγονὸς τοῦ θανάτου, νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ ἀδιατάρακτη συνέχεια τῆς ζωῆς.

Ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια ἀναζητήθηκε

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2023

Τό φυτώριο τοῦ Θεοῦ


 

 π. Δ. Μπόκου

Θεὸς εἶναι ἔμπειρος, καλὸς γεωργός. Σπέρνει τὸν σπόρο του, φυτεύει τὰ φυτά του μὲ ἀξεπέραστη τέχνη. Ὁ ἀγρός του εἶναι τεράστιος, ὅλες οἱ ἀνθρώπινες ψυχές. Στὸν ἀγρὸ αὐτὸν φυτεύονται θεῖες καταβολές, σπέρνεται ἀπὸ τὸν οὐράνιο σπορέα «καλὸν σπέρμα», ἄριστης ποιότητας σπόρος (Κυριακὴ Δ ́ Λουκᾶ).

Ὁ Θεὸς πρωτοέδειξε τὴ γεωργικὴ δεξιοτεχνία του στὸν Παράδεισο, ὅταν ἑτοίμασε γιὰ τὸν ἄνθρωπο «κῆπον παντοίοις ὡραϊσμένον φυτοῖς». Ὁ Θεὸς δὲν ἀρέσκεται σὲ μονοκαλλιέργειες. Ἀντιθέτως, ζήτησε ἀπὸ τὴ γῆ νὰ βλαστήσει «πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν» (Γεν 2, 9). Ὅλα αὐτὰ τὰ διαφορετικὰ δέντρα ποὺ ντύνουν τὸν κόσμο μὲ τὴν πολυποίκιλη ὀμορφιά τους καὶ τὸν τρέφουν μὲ τὴν πανσπερμία τῶν καρπῶν τους. Ὅλα αὐτὰ ποὺ φτιάχνουν τὸ τεράστιο, ἀλλὰ καὶ τόσο τέλεια ἰσορροπημένο γεωοἰκοσύστημα.
Ἀλλὰ τὸ ἴδιο ἐπιθυμεῖ ὁ Θεὸς καὶ στὸν πνευματικό του ἀγρό, ὅπου φυτεύει

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023

ΑΝΘΡΩΠΟΣ Ή ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΟΣ;



π. Δ. Μπόκου

Σύσσωμη ἡ μικρὴ πόλη τῆς Ναῒν συμμετέχει στὸ βαρύτατο πένθος τῆς χήρας ποὺ «ἐξοδιάζει» τὸν μονογενῆ της υἱό, προπέμποντάς τον ἀπαρηγόρητη στὴν τελευταία του κατοικία. Τὸ δράμα της κινεῖ καὶ τὰ σπλάχνα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐπεμβαίνει ἀπρόσκλητος καὶ ἀνασταίνει τὸ νεκρὸ παιδί, ξαναχαρίζοντας στὴ μάνα τὴ μοναδική της παραμυθία. Τὸ
πλῆθος συνειδητοποιεῖ ὅτι κάτι μεγάλο συντελεῖται μπροστά του. Ὅτι ἐπισκέφθηκε ὁ Θεὸς τὸν λαό του (Κυριακὴ Γ ́ Λουκᾶ).

Τὸ γεγονὸς τῆς Ναῒν ἦταν τὸ πρῶτο δεῖγμα γιὰ τὸ τί σήμαινε ἡ θεϊκὴ ἐπίσκεψη στὸν κόσμο. Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ δὲν ἀποτελοῦσε μιὰ παντελῶς ξένη ἰδέα γιὰ τὸν προχριστιανικὸ ἄνθρωπο. Ἦταν ἡ σταθερή, ἂν καὶ ἀμυδρή, προμηθεϊκὴ ἐλπίδα καὶ προσδοκία γιὰ τὴ σωτηρία του. Στὴ σκέψη του ἦταν οἰκεῖο τὸ πρωτευαγγελικὸ μήνυμα γιὰ τὸν θεϊκὸ ἀπόγονο τῆς γυναικὸς ποὺ θὰ συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ ὄφεως.

Ἔτσι, στὰ Λύστρα τῆς Λυκαονίας οἱ κάτοικοι, βλέποντας τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία ἑνὸς χωλοῦ ἐκ γενετῆς,

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023

Τὸ ἀδιαπραγμάτευτο χαρτὶ



π.Δ.Μπόκου

Ἡ περίπτωση τοῦ δούλου ποὺ τοῦ χαρίστηκε χρέος ἑκατομμυρίων, ἀλλὰ αὐτὸς δὲν μπόρεσε νὰ χαρίσει ἕνα κατοστάρικο στὸν ὀφειλέτη συνάδελφό του, προκαλεῖ ἀσφαλῶς ἔντονο ἀποτροπιασμὸ σὲ ὅποιον τὸ ἀκούει. Καὶ ἀναφανδὸν τὸν καταδικάζουμε (Κυριακὴ ΙΑ ́Ματθαίου).
Σκεφθήκαμε ὅμως ποτὲ ὅτι ὅλοι μας κάνουμε τὸ ἴδιο ἀκριβῶς;

Ναί, δυστυχῶς, ὁ ἀγνώμων δοῦλος εἶναι ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς. Μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ συσσωρεύουμε ἕνα ὑπέρογκο χρέος ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ θεωροῦμε ἐντελῶς φυσικό, σχεδὸν ὑποχρέωση τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ μᾶς συγχωρήσει. Οἱ ἄνθρωποι θὰ σφάλουν μερικὲς μόνο φορὲς ἀπέναντί μας, ἀλλὰ εἶναι γιὰ μᾶς ἐντελῶς παράλογο, βασικὰ ἀδιανόητο, τὸ νὰ τοὺς συγχωρήσουμε. Κάτι δὲν πάει καλὰ ἐδῶ. Ἔχουμε μιὰ τρο-
μερὴ ἀσυνέπεια στὸν τρόπο σκέψης μας! Τί παραλογισμὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μᾶς διακατέχει τελικά;
Νὰ ὅμως, ποὺ γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἀδιαπραγμάτευτο χαρτὶ τὸ νὰ συγχωροῦμε. Τὸ θεωρεῖ ἄκρως ἀπαραίτητο, δὲν ἐπιτρέπει νὰ τὸ παρακάμψουμε. Δὲν μπαίνει ἀλλιῶς στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ κανείς. Δὲν εἶναι κὰν Χριστιανός. Ὅποιος δὲν συγχωρεῖ, δὲν θὰ συγχωρηθεῖ. Καὶ ἀντιστρόφως! Ἡ συγχώρηση ἀπὸ καρδιᾶς

Σάββατο 4 Μαρτίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ



π. Δημητρίου Μπόκου
 
Θεὸς ἔφτιαξε τὸν κόσμο ὁλόκληρο καὶ ἦρθε ἡ στιγμὴ νὰ βάλει σ’ αὐτὸν καὶ τὸ θεῖο του ἀποτύπωμα, τὴ θεϊκή του σφραγίδα. Ὁ κόσμος ὅλος δὲν θὰ εἶχε νόημα χωρὶς τὸ ἐπιστέγασμα, τὴν κορωνίδα του. Τοῦ χρειαζόταν ὁ μικρός του θεός. Ἦταν τὸ σπίτι, ἀλλὰ ἔλειπε ἀκόμη ὁ ἔνοικος. Ὁ ἄνθρωπος. Διαφορετικὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα δημιουργήματα, προορισμένος νὰ γίνει θεός. «Θεοῦ κτίσμα τυγχάνων καὶ θεὸς εἶναι κεκελευσμένος» (ἅγ. Βασίλειος). Γιὰ νὰ πλαστεῖ ὁ
ἄνθρωπος, ἔγινε σύσκεψη. Ὁ τριαδικὸς Θεὸς συνεδρίασε. Τὰ τρία θεϊκὰ πρόσωπα συναποφάσισαν ὁμοφώνως καὶ ἔπραξαν. Μὲ μία θέληση, μία γνώμη, μία ἐνέργεια: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν».
Γιορτάζοντας τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων τὴν Κυριακὴ τῆς
Ὀρθοδοξίας, ἂς θυμούμαστε ὅτι τὴν πρώτη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς τὴν ἔχουμε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Τὸ πρῶτο θεῖο εἰκόνισμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Αὐτὴ τὴν ἔνσαρκη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἔρχεται καὶ προσλαμβάνει ἐν συνεχείᾳ ὁ Χριστός. Καὶ δὲν ντρέπεται νὰ διακηρύττει ὅτι ὁ ἴδιος βρίσκεται ὄχι μόνο στὰ ἔνθεα πρόσωπα τῶν ἁγίων, γιὰ τοὺς ὁποίους ἰσχύει ὁ παύλειος λόγος «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός», ἀλλὰ καὶ στὰ ντροπιασμένα πρόσωπα τῶν ἐλαχίστων,

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

σταλαγματιες απο την παραδοση

αποψεις...