Πως επέρασαν οι τελευταίοι τέσσαρες μήνες του πολέμου διά τα Ιωάννινα; Όλη η ψυχή και όλος ο νους της πόλεως είχε συμμαζευθεί είς μίαν αγωνιώδη λαχτάραν, εις ένα υπέρτατον δοξολόγημα, εις ένα γονατισμένον αίνον και μίαν ικεσίαν και παράκλησιν. Κάθε σπίτι, κάθε γωνιά -κάθε ζωντανός άνθρωπος, ως και τα παιδάκια ακόμη με σταυρωμένα χέρια δεν είχον άλλην προσευχήν και άλλην δέησιν:
–Θεέ μου ευλόγησε τα Ελληνικά τα όπλα! Βοήθα τους γενναίους πολεμιστάς, που επάνω στα βουνά και στα χιόνια χάνουν αίμα και ζωήν να ελευθερώσουν την Ήπειρον.
-Βοήθα τον Ελληνικόν στρατόν!
Κάθε βράδυ που χιόνιζεν, ή έβρεχεν, ή έκαμε κρύον τα σπίτια ήσαν σκυθρωπότερα, οι άνθρωποι θλιβερότεροι και ο νους των χαμένος σε μίαν μόνον έγνοιαν και μίαν μόνον σκέψιν:
–Κρυώνουν τ΄αδέλφια μας, υποφέρουν οι λεοντόκαρδοι εκεί επάνω στα βουνά… Βοήθα τους Θεέ μου!!
Και τα μάτια των γυναικών εδάκρυζαν, τα κορίτσια έκλαιον, οι άνδρες ήσαν συλλογισμένοι και σιωπηλοί, σε τραπέζι
Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022
Το χρονικό της αλώσεως των Ιωαννίνων «Μια συγκινητική περιγραφή εκείνων που έζησαν τα γεγονότα» (21 Φεβρουαρίου 1913)
Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022
Ὁ ἀδελφός τοῦ Ἀσώτου
Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανασίου
Η παραβολή του ασώτου υιού είναι αρκετή από μόνη της να μας διδάξει όλο το μυστήριο της πατρικής θεϊκής αγάπης και του τρόπου σωτηρίας και επιστροφής των ανθρώπων στον Θεό. Έτσι, συνήθως, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στον άσωτο υιό και στον τρόπο σωτηρίας του, αλλά και στην παρουσία του πατέρα, ο οποίος με την άφατη πατρική αγάπη του δέχεται πίσω τον άσωτο γιο του. Ο άλλος γιος όμως, ο αδελφός του ασώτου, μένει στο περιθώριο, χωρίς να ασχοληθεί κανείς μ’ αυτόν. Όμως, όταν ακούω την παραβολή αυτή, το μυαλό μου μένει σ’ αυτόν τον τύπο του ανθρώπου, γιατί αισθάνομαι ότι εμείς οι «θρήσκοι» μοιάζουμε μ᾽ αυτόν οι περισσότεροι.
Κινδυνεύουμε από το σύνδρομο αυτού του ανθρώπου. Είναι ένας μεγάλος κίνδυνος, που παραμονεύει όλους μας. Στο Ευαγγέλιο γίνεται αναφορά για τον μεγαλύτερο γιο με λίγα λόγια.
Όταν επέστρεψε ο άσωτος υιός και έγινε η υποδοχή του από τον πατέρα και διέταξε να φέρουν την πρώτη στολή για να τον ντύσουν, και να θυσιάσουν το μοσχάρι το σιτευτό και να γίνει χαρά και ευφροσύνη στο σπίτι, γιατί ο άσωτος ήταν σαν νεκρός που επέζησε, και χαμένος και βρέθηκε, λέει η παραβολή στη συνέχεια: «Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ».
Ο μεγαλύτερος υιός ήταν στον αγρό εργαζόμενος στην εργασία του πατέρα του. «Και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία ήκουσε συμφωνίας και χορών», και όταν έφτασε στο σπίτι άκουσε όλη αυτή την ιστορία. Αυτό που μας παραπέμπει στην πιο πάνω στιγμή, που γράφει
Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου Λουκᾶ ιε΄ 11-35


Ὁμιλία στὴν Κυριακὴν τοῦ Ἀσώτου Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς
Ιδού ευαγγέλιο που αφορά στο νού και το σώμα του καθενός μας. Είναι το ευαγγέλιο της ευσπλαχνίας. Είναι η θαυμαστή παραβολή του Σωτήρος, στην οποία απεικονίζεται ολόκληρη η ζωή μας. Η δική μου, η δική σου, του καθενός ανθρωπίνου όντος επάνω στην γη. Όλους τους αφορά το σημερινό άγιο Ευαγγέλιο. Όλους.
Ο άνθρωπος! Αυτός ο θεϊκός πλούτος επάνω στην γη! Κύτταξε το σώμα του, το μάτι, το αυτί, την γλώσσα. Τι θαυμαστός πλούτος. Το μάτι! Υπάρχει τίποτε πιο τέλειο που να ημπορή ο άνθρωπος να επινοήση σ’ αυτόν τον κόσμο; Κι όμως, το μάτι αυτό το εδημιούργησε ο Κύριος, όπως και την ψυχή και το σώμα. Η ψυχή μάλιστα είναι ολόκληρη εξ ουρανού. Οποίος πλούτος! Το σώμα! Θαυμαστός θείος πλούτος που σου δόθηκε για την αιωνιότητα και όχι μόνο για την πρόσκαιρη αυτή γήινη ζωή. Και ψυχή δοσμένη για την αιωνιότητα.
Ακούσατε τι ευαγγελίζεται ο Άγιος Απόστολος Παύλος σήμερα. «Το δε σώμα τω Κυρίω» (Α΄ Κορ. 6, 13). Ο Κύριος έπλασε το ανθρώπινο σώμα για την αιώνια ζωή, για την αθανασία, για την καθαρότητα. Το έπλασε για την αιώνια αλήθεια, για την αιώνια δικαιοσύνη και για την αιώνια αγάπη: όπως το σώμα, έτσι και την ψυχή. Όλα αυτά είναι δώρα του Θεού, ανεκδιήγητα και μεγάλα και πλούσια, και –το πιο σπουδαίο– αθάνατα και αιώνια δώρα του Θεού.
Εμείς όμως οι άνθρωποι τι κάνομε μ’ όλα αυτά τα δώρα; Τι οικοδομούμε με αυτά; Παραδίδουμε το σώμα στις ηδονές και στα πάθη αυτού του κόσμου, και την ψυχή στους ακαθάρτους λογισμούς, τις ακάθαρτες επιθυμίες, τις ακάθαρτες ηδονές. Δια των αμαρτιών και η ψυχή
Κυριακή του Ασώτου – Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής από τον Ιερό Χρυσόστομο
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος(:ας επανέλθω τώρα στο ηθικό ζήτημα. Όλα έχω εξουσία να τα κάνω, δεν συμφέρουν όμως όλα. Όλα είναι στην εξουσία μου, αλλά εγώ δεν θα εξουσιαστώ και δεν θα γίνω δούλος σε τίποτε)»[Α΄Κορ.6,12].
Εδώ υπαινίσσεται τους λαίμαργους. Επειδή δηλαδή πρόκειται πάλι να στραφεί κατά του πόρνου- καθώς η πορνεία προέρχεται από την τρυφηλότητα και την έλλειψη μέτρου στη ζωή- καταδικάζει με σφοδρότητα το πάθος. Και ούτε λέγει αυτό για τα απαγορευμένα τρόφιμα – διότι εκείνα δεν επιτρέπονται- αλλά και για εκείνα που θεωρούνται ως ουδέτερα. Εννοώ το εξής περίπου: «μου επιτρέπεται», λέει, «να φάω και να πιω, αλλά δεν συμφέρει να τα κάνω με ασωτία». Και το πλέον θαυμαστό και παράδοξο, το οποίο, ως γνωστό, σε πολλές περιπτώσεις συνήθιζε να κάνει στρέφοντας τον λόγο στο αντίθετο, αυτό το κάνει και εδώ, και αποδεικνύει ότι το δικαίωμα να κάνει κανείς κάτι, όχι μόνο δεν συμφέρει, αλλά ούτε καν δικαίωμα είναι, αλλά δουλεία. Και κατά πρώτον μεν τους αποτρέπει χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι είναι ασύμφορο και λέγοντας: «δεν συμφέρει»· δεύτερον χρησιμοποιεί και το εκ του αντιθέτου επιχείρημα λέγοντας ότι «εγώ δεν θα εξουσιαστώ από τίποτε».
Αυτό λοιπόν που εννοεί είναι το εξής: «Έχεις δικαίωμα να φας», λέει· «μένε λοιπόν κύριος του φαγητού και πρόσεχε μήπως γίνεις δούλος αυτού του πάθους. Εκείνος δηλαδή
Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022
Η ηχώ της αγάπης
Όσιος Ζωσιμάς της Σιβηρίας
Μια αδελφή παραπονέθηκε κάποτε στον π. Ζωσιμά για κάποια άλλη.
- Πάτερ, γιατί η τάδε με αντιπαθεί; Τι της έκανα;
- Ποιος σου είπε ότι σε αντιπαθεί; αντέδρασε εκείνος. Λάθος κάνεις! Από τον πονηρό είναι αυτός ο λογισμός. Μην τον δέχεσαι!
- Όχι, γέροντα, κάτι έχει μαζί μου. Το δείχνουν και τα λόγια της και το φέρσιμό της. Αλλά
Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022
Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)
Ένας άνθρωπος βάδιζε στο δάσος. Ήθελε να διαλέξει ένα καλό δέντρο, απ’ όπου θα έβγαζε δοκάρια για τη σκεπή του σπιτιού του. Εκεί είδε δύο δέντρα, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα ήταν ίσιο, λείο και ψηλό, αλλά το εσωτερικό του, ο πυρήνας του, ήταν σάπιο. Το άλλο είχε ανώμαλη επιφάνεια κι ο κορμός του έδειχνε άσχημος. Το εσωτερικό του όμως ήταν γερό. Ο άνθρωπος αναστέναξε και είπε: «Σε τι μπορεί να μου χρησιμέψει το ψηλό και ίσιο αυτό δέντρο, αφού το μέσα του είναι σάπιο κι ακατάλληλο για δοκάρια; Το άλλο μοιάζει ανώμαλο, άσχημο, αλλά τουλάχιστο το μέσα του είναι γερό. Έτσι, αν καταβάλω λίγο μεγαλύτερη προσπάθεια, μπορώ να το διαμορφώσω και να το χρησιμοποιήσω για δοκάρια στο σπίτι μου». Και χωρίς να το σκεφτεί περισσότερο, διάλεξε το δέντρο εκείνο, το γερό. Το ίδιο θα κάνει κι ο Θεός για να ξεχωρίσει δύο ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στο ναό Του. Δε θα διαλέξει εκείνον που φαίνεται επιφανειακά δίκαιος, αλλά τον άλλον, εκείνον που η καρδιά του είναι γεμάτη με την αληθινή δικαιοσύνη του Θεού.
Οι υπερήφανοι έχουν τα μάτια τους διαρκώς υψωμένα προς το Θεό. Οι καρδιές τους όμως είναι κολλημένες στη γη. Αυτοί δεν