Ιερά Μονή Παναγίας Δουραχάνης
Ιερά Μονή Παναγίας Δουραχάνης
π.Δ. Μπόκου
Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ ἀποκορύφωση τῆς θαυμαστῆς της ζωῆς καὶ μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἐπιτελέστηκε. Ὅλη της ἡ πορεία, ἀπὸ τὴ γέννησή της μέχρι τὸν θάνατο, εἶναι μιὰ σειρὰ ἀπὸ ὑπερθαύμαστα γεγονότα. Μήπως ἡ Παναγία ἦταν ἕνα διαφορετικὸ δημιούργημα;
Ἦταν ἄνθρωπος ὅπως ἐμεῖς, ἢ ἕνα ὑπερφυσικὸ ὄν; Γιὰ νὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, μήπως εἶχε κάτι παραπάνω ἀπὸ τὴν κοινὴ ἀνθρώπινη φύση;
Μήπως ἦταν θεά;
Κάποιοι (οἱ παπικοὶ) ἔσπευσαν (μὲ ὄψιμη διδασκαλία τους τὸ 1854) νὰ δογματίσουν ὅτι ἡ Παναγία, γιὰ νὰ εἶναι ἄξια νὰ γεννήσει τὸν Θεό, γεννήθηκε μὲ τρόπο διαφορετικὸ ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅτι ἡ σύλληψή της ἦταν ἄσπιλη. Ὅτι δηλαδὴ γεννήθηκε ἀναμάρτητη, χωρὶς τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ποὺ φέρουμε μὲ τὴ γέννησή μας ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ. Ὅτι ἡ ἁγιότητά της εἶναι ἐκ φύσεως καὶ ὄχι καρπὸς τῆς δικῆς της θέλησης, τοῦ δικοῦ της προσωπικοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα.
Ἔτσι ὅμως δὲν τιμᾶμε καθόλου τὴν Παναγία,
Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων·
Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι.
ἀποκριθεὶς
δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι
μεθ᾿ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε.
καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ ᾿Ιησοῦ κατ᾿ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;
ὁ
δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν
ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι
ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν.
τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
᾿Αναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων
καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα.
(Ματθ. ιζ 14-23)
Από τη δημιουργία του κόσμου και του χρόνου όλοι οι λαοί της γης πίστευαν πως υπάρχει πνευματικός κόσμος, αόρατα πνεύματα. Πολλοί άνθρωποι όμως απομακρύνθηκαν από τη θεωρία αυτή κι αποδίδουν μεγαλύτερη δύναμη στα πονηρά πνεύματα, παρά στα αγαθά. Με την πάροδο του χρόνου θεοποίησαν τα πονηρά πνεύματα, έχτισαν ναούς προς τιμή τους, προσέφεραν θυσίες και προσευχές και κατέφευγαν σ’ αυτά για κάθε πρόβλημά τους. Όσο περνούσαν τα χρόνια πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν τελείως την πίστη τους στα αγαθά πνεύματα κι αφέθηκαν να πιστεύουν μόνο στα πονηρά, στους «κακούς θεούς», όπως τα ονόμαζαν. Ο κόσμος αυτός έμοιαζε πια με στάδιο, όπου άνθρωποι και πονηρά πνεύματα ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Τα πονηρά πνεύματα βασάνιζαν τους ανθρώπους όλο και περισσότερο, τους τύφλωναν πνευματικά, μόνο και μόνο για να σβήσουν από τη μνήμη τους την ιδέα του καλού Θεού και της μέγιστης και θεόσδοτης δύναμης των αγαθών πνευμάτων. Στις μέρες μας όλοι οι λαοί της γης πιστεύουν στα πνεύματα. Η πίστη αυτή από μόνη της είναι ορθή. Εκείνοι
~
Αὐτὴ ἡ γιαγιὰ μὲ ἐδίδαξε μὲ τὴν ζωή της καὶ τὸν λόγο της τὸ πατρῶον
σέβας. «Ἡ νηστεία εἶναι, παιδί μου, ἡ βάσις κάθε σωματικῆς ἀσκήσεως.»
Ὅλες τὶς Σαρακοστὲς ἄλαδο ἡ γιαγιὰ καὶ ὁλόκληρο τὸ σπίτι.
Μ΄ ἔμαθε ν΄
ἀνάβω τὸ καντήλι, νὰ θυμιάζω, νὰ ἀνάπτω κερὶ μπροστὰ στὰ εἰκονίσματα
καὶ νὰ προσεύχωμαι στὸν ὄρθρο καὶ στὸ δείλι. Μοῦ ὑπέδειξε τὶς μετάνοιες
σὰν προσευχὴ ποὺ τὴν δέχεται ὁ Θεός. Μὲ δίδαξε ὅτι ἂν τρεῖς Κυριακὲς δὲν
ἀκούσουμε τὸν ἑξάψαλμο, σταματᾶμε νὰ εἴμαστε χριστιανοί. «Σήκω, παιδί
μου, ὁ παπὰς πέρασε, ἀνέβηκε στὴν Παναγία· μὴ ξεχνᾶς ὅτι καὶ τὴν
προηγούμενη Κυριακὴ τὸν χάσαμε τὸν ἑξάψαλμο.» Μ΄ ἔμαθε νὰ τὸν ἀκούω
ὄρθιος καὶ σεβίζων, ὑποκλινόμενος. Τὴν ὥρα ποὺ διαβαζότανε… τὸ Εὐαγγέλιο
ἔβαζε κερὶ στὸ μανάλι, γιατί πίστευε ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ διαθήκη
ποὺ ἄφησε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, καὶ στὴν σύνταξη
καὶ ἀνάγνωση τῶν διαθηκῶν, ποὺ γινότανε πάντοτε τὸ ἑσπέρας, ὅλοι
βαστοῦσαν κερί, γιὰ νὰ βλέπη ὁ συντάκτης. Μ΄ ἔμαθε πὼς τὸ «Δόξα Πατρὶ»
εἶναι ἡ μεγαλύτερη