Γύρω από τον βίο της θα στραφεί ό λόγος.
Τα παλιά τα χρόνια ζούσε στην έρημο ένας ασκητής, ό Ζωσιμάς. Ή φήμη του προσείλκυε πολλές ψυχές. Ήταν όντως άγιος. Άλλα μια μέρα του πέρασε ένας λογισμός - αρκεί και ένας λογισμός για να κάνη τον άνθρωπο ν' αμαρτήσει. Ό σατανάς του έλεγε• «Ζωσιμά, είσαι ό αγιότερος άνθρωπος!».
Ό Θεός όμως, πού αγαπούσε το Ζωσιμά, δια οράματος του είπε «Δεν είσαι συ ό αγιότερος• κοντά στον Ιορδάνη ποταμό υπάρχει κάποιος ανώτερος από σένα». Ύπήκουσε και πήγε στον Ιορδάνη, σ' ένα ξακουσμένο μοναστήρι. Εκεί είχαν συνήθεια, την πρώτη μέρα της μεγάλης Τεσσαρακοστής όλοι οι καλόγηροι να φεύγουν άδειαζαν το μοναστήρι, έβγαιναν στην έρημο, κ' εκεί έμεναν 40 μέρες. Επέστρεφαν την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν όλοι μαζί τα πάθη και την άνάστασι του Κυρίου. Έτσι έκανε κι ό άγιος Ζωσιμάς.
Βγήκε στην έρημο. Καθώς περπατούσε, βλέπει μια σκιά. Φοβήθηκε. Πλησιάζει. Δεν ήταν φάντασμα, ήταν μία γυναίκα• ή Μαρία ή Αιγύπτια. Είχε γίνει πετσί και κόκαλο άπ' τη νηστεία. Ό Ζωσιμάς τη ρώτησε πώς βρέθηκε εκεί, κι αύτη διηγήθηκε τον βίο της. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά πού του είπε μάθαμε για αυτήν τα εξής.
Ή όσία Μαρία έζησε την εποχή του ενδόξου βασιλέως του Βυζαντίου Ιουστινιανού (527-565). Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, πού ήταν τότε πόλις ξακουσμένη, κέντρο γραμμάτων και επιστημών, σπουδαίο λιμάνι της Μεσογείου, εστία κοσμικής ζωής. Εκεί γεννήθηκε. Άλλα είχε το ατύχημα να πεθάνουν οι γονείς της κ' έμεινε ορφανή. Στο περιβάλλον εκείνο ή Μαρία γλίστρησε και έπεσε στην αμαρτία. Λόγω δε της εκτάκτου καλλονής της έγινε διάσημος εταίρα, πόρνη.
Έζησε έτσι 17 χρόνια, εμπορευόμενη το σαρκίον της. Έζησε με πολυτέλεια• ό,τι επιθυμούσε το είχε. Οι ερασταί της έδιναν άφθονα χρήματα. Φαγητά, ποτά, αρώματα, άνθη, κοσμήματα, έπιπλα, αμάξια, μέγαρο, ό,τι φανταστή κανείς, είχε στη διάθεση της.
Μια μέρα, κοντά στην εορτή του σταυρού, ή Μαρία κατέβηκε στο λιμάνι. Είδε καράβια έτοιμα ν' αναχωρήσουν για τους αγίους Τόπους με προσκυνητές. Μπήκε σε ένα, όχι όμως για να πάει να προσκύνηση. Πήγε, όπως πηγαίνουν πολλοί στις εορτές, όχι για να τιμήσουν τους αγίους, άλλ' απλώς για να διασκεδάσουν. Ναύλο δεν πλήρωσε• ναύλο ήταν το σώμα της. Στο ταξίδι οργίασε.
Έφθασε στους αγίους Τόπους