Πίστευε, ἀγάπα, συγχώρα καί προχώρα στή ζωή σου..... .

Σάββατο 8 Ιουνίου 2024

Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς τοῦ Τυφλοῦ (Ἰωάν. θ΄ 1-38)

 


 
ῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγων ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ. ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσε χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὕπαγε νίψαι εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὃ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος. ἀπῆλθεν οὖν καὶ ἐνίψατο, καὶ ἦλθε βλέπων
Οἱ οὖν γείτονες καὶ οἱ θεωροῦντες αὐτὸν τὸ πρότερον ὅτι τυφλὸς ἦν, ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ καθήμενος καὶ προσαιτῶν; ἄλλοι ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν· ἄλλοι δὲ ὅτι ὅμοιος αὐτῷ ἐστιν. ἐκεῖνος ἔλεγεν ὅτι ἐγώ εἰμι. ἔλεγον οὖν αὐτῷ· πῶς ἀνεῴχθησάν σου οἱ ὀφθαλμοί; ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· ἄνθρωπος λεγόμενος ᾿Ιησοῦς πηλὸν ἐποίησε καὶ ἐπέχρισέ μου τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπέ μοι· ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι· ἀπελθὼν δὲ καὶ νιψάμενος ἀνέβλεψα. εἶπον οὖν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος; λέγει· οὐκ οἶδα. ῎Αγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τόν ποτε τυφλόν. ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς. πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψεν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω. ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές· οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι ἔλεγον· πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς. λέγουσι τῷ τυφλῷ πάλιν· σὺ τί λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ὁ δὲ εἶπεν ὅτι προφήτης ἐστίν. οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ ᾿Ιουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι τυφλὸς ἦν καὶ ἀνέβλεψεν, ἕως ὅτου ἐφώνησαν τοὺς γονεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀναβλέψαντος καὶ ἠρώτησαν αὐτοὺς λέγοντες· οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὑμῶν, ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη; πῶς οὖν ἄρτι βλέπει; ἀπεκρίθησαν δὲ αὐτοῖς οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπον· οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη· πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν, ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμεῖς οὐκ οἴδαμεν· αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λαλήσει.

ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς ᾿Ιουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἵνα, ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται. διὰ τοῦτο οἱ γονεῖς αὐτοῦ εἶπον ὅτι ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε. ἐφώνησαν οὖν ἐκ δευτέρου τὸν ἄνθρωπον ὃς ἦν τυφλός, καὶ εἶπον αὐτῷ· δὸς δόξαν τῷ Θεῷ· ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἁμαρτωλός ἐστιν. ἀπεκρίθη οὖν ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· εἰ ἁμαρτωλός ἐστιν οὐκ οἶδα· ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω. εἶπον δὲ αὐτῷ πάλιν· τί ἐποίησέ σοι; πῶς ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ἀπεκρίθη αὐτοῖς· εἶπον ὑμῖν ἤδη, καὶ οὐκ ἠκούσατε· τί πάλιν θέλετε ἀκούειν; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι; ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον· σὺ εἶ μαθητὴς ἐκείνου· ἡμεῖς δὲ τοῦ Μωϋσέως ἐσμὲν μαθηταί. ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ Θεός· τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν. ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ἐν γὰρ τούτῳ θαυμαστόν ἐστιν, ὅτι ὑμεῖς οὐκ οἴδατε πόθεν ἐστί, καὶ ἀνέῳξέ μου τοὺς ὀφθαλμούς. οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ᾿ ἐάν τις θεοσεβὴς ᾖ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τούτου ἀκούει. ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν. ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· ἐν ἁμαρτίαις σὺ ἐγεννήθης ὅλος, καὶ σὺ διδάσκεις ἡμᾶς; καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω.

῎Ηκουσεν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω, καὶ εὑρὼν αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· σὺ πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ; ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπε· καὶ τίς ἐστι, Κύριε, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν; εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν. ὁ δὲ ἔφη· πιστεύω, Κύριε· καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ.





 

Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

Μην αμελούμε, μην αδιαφορούμε. Να έχουμε πίστη. Τη δύναμη τη δίνει Εκείνος

 


Λόγοι από ομιλία του π. Αθανασίου Χατζή

.....αν μετανοιώσω για τα σφάλματά μου, αν κακαδικάσω τους τρόπους της ζωής μου, τοτε η Χάρις του Θεού θα επισκιάσει....

 

Ιερά Μονή Παναγίας Δουραχάνης
Κυριακή της Σαμαρείτιδας
ομιλία π. Αθανασίου Χατζή
100502

Ήτανε Σαββατόβραδο, παραμονή της Σαμαρείτιδος

 





Μπήκα μέσα ήσυχα, να μη με πάρη κανένας είδηση. Τον εσπερινό τον έκανε ένας μεσόκοπος παπάς με αρχαία όψη. Ο ψάλτης ήτανε πιο νέος, κ’ έψελνε πολύ κατανυχτικά και ταπεινά. Όλοι-όλοι οι προσκυνητές ήτανε πεντέξη, γυναίκες, τρεις άντρες βουνήσιοι, κ’ ένα παιδάκι που υπηρετούσε τον παπά. Όπως ήτανε σκοτεινά, κρύφτηκα πίσω από μια γωνιά.
Κείνη την ώρα έψελνε ο ψάλτης το δοξαστικό της Σαμαρείτιδος, ένα από τα πιο εξαίσια τροπάρια, που όποτε τ’ ακούσω να τα ψέλνη κανένας καλλίφωνος και ευλαβής ψάλτης, νοιώθω τόση συγκίνηση, που τρέχουνε δάκρυα από τα μάτια μου. Φαντάσου, αγαπητέ αναγνώστη, τι συγκίνηση ένοιωσα κείνη την ώρα, μέσα στην ταπεινή εκείνη εκκλησιά, μαζί με τους βουνήσιους ανθρώπους και με την κυρά Ελένη, ακούγοντας εκείνο το τροπάρι να το ψέλνη με βαθειά κατάνυξη ο καλλίφωνος και ταπεινός ψάλτης του βουνού, που δεν τον ήξερε κανένας. Ήρθανε στο νου μου τα λόγια της κυρά Λένης “Εμείς ζούμε κρυφά από τον Θεό”, κ’ έλεγα μέσα μου “Πόσο κοντά στον Θεό ζούνε τούτοι οι αληθινοί Χριστιανοί!”.
“Έχω ακούσει πολλούς ψαλτάδες. Μα σαν κ’ εκείνον τον ψάλτη σε κείνον τον εσπερινό δεν άκουσα άλλον κανέναν. Θα τον θυμάμαι με κατάνυξη ως που να πεθάνω. Από κείνη τη μέρα έψαλα μοναχός στο σπίτι μου πολλές φορές το δοξαστικό της Σαμαρείτιδος, για να θαρρώ πως ξαναβρίσκουμαι στον Αγι’ Αντώνη του βουνού: “Παρά το φρέαρ του Ιακώβ ευρών ο Ιησούς την Σαμαρείτιδα, αιτεί ύδωρ παρ’ αυτής ο νέφεσι καλύπτων την γην. Ω, του θαύματος! ο τοις Χερουβίμ εποχούμενος πόρνη γυναικί διελέγετο, ύδωρ αιτών ο εν ύδασι την γην κρεμάσας, ύδωρ ζητών ο πηγάς και λίμνας υδάτων εκχέων…”.
Σ’ όλον τον εσπερινό ένοιωθα ζωηρά πως μαζί μου κάνανε την προσευχή τους εκείνοι οι ταπεινοί κ’ οι συντετριμμένοι,

Ομιλία εις την τέταρτη Κυριακή μετά το Πάσχα – Κυριακή της Σαμαρείτιδος (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 


(Ευαγγέλιο: Ιωάν. δ’ 5-42)

Ανθρωπε! Αν εξακολουθείς να πιστεύεις πως η σω­ματική τροφή και το ποτό είναι ικανά να θρέψουν και να ξεδιψάσουν την ψυχή σου, θα βρεθείς στο επίπεδο όπου βρίσκονται τα οικόσιτα ζώα και τα άγρια κτήνη. Αν κατόρθωσες να ξεπεράσεις το επίπεδο αυτό κι ελπί­ζεις πως η ψυχή σου μπορεί να τραφεί και ν’ αναζωο­γονηθεί από την ανθρώπινη σοφία και το εγκόσμιο κάλ­λος, τότε θα βρεθείς στο επίπεδο εκείνων που έχουν απο­κτήσει ημι-εμπειρία, ημι-ανάπτυξη. Η πρώτη σκέψη είναι ανόητη, η δεύτερη (η ελπίδα) είναι στείρα. Στο δεύτερο αυτό επίπεδο ακούς τα βογγητά και τις κραυ­γές του διψασμένου κόσμου και νομίζεις πως είναι τρα­γούδια κι ευωχίες, μια προσπάθεια να ξεδιψάσει κανείς με τη δίψα των άλλων. Αν ξεπέρασες το επίπεδο αυτό κι ένιωσες μια ανέκφραστη δίψα, που καμιά πηγή στον κόσμο δε θα μπορούσε να τη σβήσει – που δε θα μπο­ρούσε ούτε κι ολόκληρος ωκεανός να τη σβήσει – τότε έχεις αποκτήσει πραγματική εμπειρία, είσαι άνθρωπος αληθινός. Μόνο όταν βρεθείς στο επίπεδο αυτό της ακό­ρεστης πνευματικής δίψας, της δίψας εκείνης που ένιω­σε κι ο Δαβίδ, θα κατανοήσεις με πληρότητα το σημε­ρινό ευαγγέλιο.

                                                    ***

«Έρχεται ουν εις πόλιν της Σαμαρείας την λεγομένην Συχάρ, πλησίον του χωρίου ο έδωκεν Ια­κώβ Ιωσήφ τω υιώ αυτού» (Ιωάν. δ’, 5). Η πε­ριοχή ολόκληρη από την Ιουδαία μέχρι τη Γαλιλαία ονομάζεται Σαμάρεια. Το όνομά της το έλαβε από το βουνό Σαμάρεια. Ο δρόμος από την Ιερουσαλήμ προς τη Γαλιλαία εξακολουθεί να περνάει από τη Συχάρ (τη σημερινή Ασκάρ). Εκεί είναι ένα κομμάτι γης που το είχε αγοράσει ο Ιακώβ από τους γιους του Εμώρ κι έχτισε εκεί ένα θυσιαστήριο, που το ονόμασε «Θεός του Ισραήλ» (Γεν. λγ’, 19-20). Αργότερα ο Ιακώβ δώρησε τη γη αυτή στο γιο του Ιωσήφ.

«Ην δε εκεί πηγή του Ιακώβ,

Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος: (†) Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης- Πῶς θὰ παρηγορηθοῦμε στὶς θλίψεις

 



«Διασπαρέντες οἱ ἀπόστολοι ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ…» (Πράξ. 11,19)

Ὁλοι, ἀγαπητοί μου, σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωὴ ζητοῦν ἕνα πρᾶγμα· τὴν εὐτυχία. Ἐν τούτοις ἡ εὐτυχία εἶνε πουλὶ ἄπιαστο. Τὸ κυνηγοῦν, μὰ δὲν πιάνεται.

Ἂς πᾶμε νὰ ρωτήσουμε κάθε ἄνθρωπο, εἶνε εὐτυχής; Μπαίνω σὲ μιὰ καλύβα κι ἀκούω· «Πεινῶ…». Μπαίνω στὰ μεγάλα σπίτια μὲ τὶς ἀνέσεις, κι ἀκούω ἕναν ἄρρωστο νὰ μοῦ λέῃ· «Πουλῶ τὸ παλάτι, δός μου τὴν ὑγειά μου. Προτιμῶ νὰ κατοικῶ σὲ τσαντίρι, παρὰ νὰ πάσχω ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἀρρώστια…». Φεύγω ἀπὸ ᾿κεῖ, συναντῶ στὸ δρόμο ἕναν καὶ μοῦ λέει· «Στενοχωριέμαι· σπίτι δὲν ἔφτειαξα, οἰκογένεια δὲν ἔχω, ὁλομόναχος εἶμαι, σύντροφο ζητάω, δυστυχισμένος εἶμαι…». Συναντῶ παρακάτω κάποιον ἄλλο ποὺ εἶνε παντρεμένος, καὶ τὸν ρωτῶ· Εἶσαι εὐτυχισμένος; Μοῦ λέει· «Καταραμένη ἡ μέρα ποὺ παντρεύτηκα. Κόλασι ἔχω μέσα στὸ σπίτι…». Συναντῶ κάποιο ἀντρόγυνο ποὺ δὲν ἔχει παιδιὰ κι ἀναστενάζει. Συναντῶ ἕναν ἄλλο ποὺ ἔχει παιδιά, ἀλλὰ κλαίει γιατὶ τὰ παιδιά του κάθε μέρα τὸν ποτίζουν φαρμάκι…

Ποῦ νὰ πάω; Στὰ ἐργοστάσια ἀναστενάζουν οἱ ἐργάτες, στὰ καράβια ὑποφέρουν οἱ ναυτικοί, στὰ νοσοκομεῖα βογγοῦν οἱ ἄρρωστοι… Ὅποιον ἄνθρωπο κι ἂν βρῶ, ὁπουδήποτε κι ἂν πάω, συναντῶ μιὰ δυστυχία ἀπερίγραπτη, ἕνα πόνο καὶ μιὰ θλῖψι ἀφόρητη.

Λένε γιὰ κάποιο βασιλιᾶ, ὅτι εἶπε στὸν ὑπασπιστή του· Ἐγὼ παρὰ τὰ πλούτη μου δὲν εἶμαι εὐτυχισμένος. Γύρισε τὸ βασίλειο, καὶ ἂν βρῇς κάποιον εὐτυχισμένο, πάρε τὸ πουκάμισό του νὰ μοῦ τὸ φέρῃς. Γυρίζει ὁ ὑπασπιστὴς παντοῦ, ἀλλὰ δὲ βρῆκε κανέναν ἀπόλυτα εὐτυχισμένο. Μόνο σὲ μιὰ καλύβα βρῆκε κάποιον ποὺ τοῦ εἶπε, πὼς εἶνε εὐτυχισμένος. Λέει ὁ ὑπασπιστής·

Κυριακή της Σαμαρείτιδος: Σχετικά με τη συνάντηση του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)



(Ιω. δ΄, 5-42) (Υπομνηματισμός των χωρίων Ιω. 4, 4-12)

(Επιλεγμένα αποσπάσματα από την ομιλία ΛΑ’ από το Υπόμνημα του Ιερού Χρυσοστόμου στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο)

«Ὡς οὖν ἔγνω ὁ Κύριος ὅτι ἤκουσαν οἱ Φαρισαῖοι ὅτι Ἰησοῦς πλείονας μαθητὰς ποιεῖ καὶ βαπτίζει ἢ Ἰωάννης- καίτοιγε Ἰησοῦς αὐτὸς οὐκ ἐβάπτιζεν, ἀλλ᾿ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ-ἀφῆκε τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν (: όταν λοιπόν έμαθε ο Κύριος ότι οι Φαρισαίοι πληροφορήθηκαν πως ο Ιησούς κάνει και βαπτίζει περισσότερους μαθητές παρά ο Ιωάννης – αν και δε βάπτιζε ο ίδιος ο Ιησούς, αλλά οι μαθητές Του – εγκατέλειψε την Ιουδαία και αναχώρησε για τη Γαλιλαία)» [Ιω. δ, 4].

«Γιατί λοιπόν αναχωρεί από την Ιουδαία;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Όχι από δειλία φυσικά, αλλά για να σταματήσει τη ζηλοτυπία των Ιουδαίων και να ανακόψει τον φθόνο τους. Είχε βέβαια τη δυνατότητα να τους αντιμετωπίσει εάν Του έκαναν επίθεση, αλλά δε θέλει να το πράττει αυτό συχνά, για να μην κινούνται αμφιβολίες για την πραγματικότητα της κατά σάρκα γεννήσεως του Υιού του Θεού. Διότι, εάν κάθε φορά που Τον συλλάμβαναν, διέφευγε, ασφαλώς πολλοί θα σχημάτιζαν σχετικές υποψίες. Για τον λόγο αυτό, τις περισσότερες πράξεις Του τις έκανε σαν να ήταν ένας απλός άνθρωπος. Διότι όπως ήθελε να πιστέψουν στη θεϊκή Του υπόσταση, έτσι ήθελε να πιστέψουν επίσης ότι, αν και Θεός, έφερε σάρκα ανθρώπινη. Γι’ αυτό και ύστερα από την Ανάσταση έλεγε προς τους μαθητές· «ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα (: ψηλαφήστε με με τα χέρια σας και δείτε ότι δεν είμαι πνεύμα, όπως νομίζετε, διότι το πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω)» [Λουκ. 24, 39]. Επίσης για τον ίδιο λόγο επιτίμησε τον Πέτρο όταν Του είπε «ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο (: Ο Θεός να σε φυλάξει, Κύριε, από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμβούν. Δεν πρέπει να σου συμβούν αυτά και να σε θανατώσουν)» [Ματθ. 16, 22]. Τόση σπουδαιότητα απέδιδε ο Κύριος στο θέμα

Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδας, ὁμιλία +π. Ἀθανασίου Χατζῆ

 


6-5-2007
 
 
 





Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

σταλαγματιες απο την παραδοση

αποψεις...