
Η
στάση του μεγάλου αδελφού (στην παραβολή του Ασώτου) αποτυπώνει την
ψυχική κατάσταση του «δίκαιου» ανθρώπου. Είναι ακατανόητη γι’ αυτόν η
στάση του πατέρα του και εκφράζει την απορία του γι’ αυτήν,
διαμαρτυρόμενος για την αποκατάσταση του ασώτου αδελφού του, χωρίς να
έχει πληρώσει πρώτα για τις
παραβάσεις του.
Υπονοεί ότι επιθυμία
του και ευχαρίστησή του θα ήταν, αντί ο πατέρας του να υποδεχτεί με
ανοιχτές αγκάλες τον άσωτο γιο, να τον έβαζε πρώτα στο εδώλιο του
κατηγορουμένου, να τον δίκαζε για τα πεπραγμένα του και να τον τιμωρούσε
με την ανάλογη τιμωρία.
Να εξοφλήσει πρώτα ο άσωτος πάντα τα
οφειλόμενα, την πατρική περιουσία που ξόδεψε στις ασωτίες του, και μετά
να έχει δικαίωμα να ονομαστεί ξανά γιος του. Να αποδοθεί δηλαδή η
αυτονόητη δικαιοσύνη.
Καμουφλαρισμένη κάτω από το κοινό αίσθημα
περί δικαίου η στάση του μεγάλου αδελφού, προδίδει στην πραγματικότητα
μνησικακία, σκληρότητα και πώρωση.
Η τοποθέτηση που θέλει τον Θεό αφεντικό, δικαστή,
Συναμαρτωλοί νὰ συμβαδίσουμε...
Ὁμιλία ♱π. Ἀθανασίου Χατζῆ
080217